Ανέκαθεν πίστευα πως το να είναι κανείς καλλιτέχνης, σε όποια μορφή τέχνης και αν έχει τάξει τις υπηρεσίες του, είναι στάση ζωής -ή τουλάχιστον, οφείλει να είναι. Όχι γιατί αποκτά βήμα και ο λόγος του γίνεται δημόσιος, με αποτέλεσμα οι δηλώσεις του να γίνονται πρωτοσέλιδα και status στο facebook, όπως δείχνουν οι τελευταίες ημέρες (ο κάθε τραγουδιστής ή ηθοποιός δεν είναι καλλιτέχνης). Αλλά γιατί ο αληθινός καλλιτέχνης διάλεξε έναν δρόμο που τον φέρνει διαρκώς στον πυρήνα των πραγμάτων και καλείται να λάβει θέση απέναντι στα πράγματα επιλέγοντας και χτίζοντας τον εαυτό του, διαγράφοντας μία (επαγγελματική) πορεία, που τον απογυμνώνει ως άνθρωπο στα μάτια όλων. Και όταν πορεύεσαι πιστός στον εαυτό σου, συχνά ο δρόμος είναι αφόρητα μοναχικός.
Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος φέρει τον τίτλο του ηθοποιού με τρομερή συναίσθηση ευθύνης, σοβαρότητα, αγάπη και σεβασμό απέναντι στην τέχνη του και τους ανθρώπους. Με σεμνότητα και ευγένεια τόσο μεγάλη όση και το ταλέντο του, θα μπορούσε να μεσουρανεί σε μεγάλες σκηνές και μαρκίζες, κι όμως επέλεξε να χαράξει ασυνθηκολόγητα τον δρόμο που του υπαγόρευε η εσώτερη φωνή του. Κέρδος δικό μας.
Φέτος, ενδύεται για τρίτη συνεχή χρονιά τον ρόλο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή από το γνωστό απόσπασμα των Αδερφών Καραμάζοφ του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Σε έναν απαιτητικό μονόλογο, βουτάει κάθε φορά με περισσή τόλμη και πειστικότητα στον ιερό λόγο ενός από τα σημαντικότερα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, σε μια εμπειρία που θα όφειλε να την γευτεί όποιος κρατάει μέσα του ζωντανή την φλόγα του ερωτήματος.
Πλάι στην ιδιότητα του ηθοποιού, του δασκάλου και του σκηνοθέτη, πρόσφατα προσέθεσε και εκείνη του συγγραφέα, έχοντας εκδώσει την πρώτη του θεατρική τριλογία. Αυτό όμως που δείχνει η σημερινή μας συζήτηση, είναι πως ίσως, ο Κωνσταντίνος Κωνστανόπουλος έχει πλέον γίνει και ποιητής (της σκέψης και του λόγου). Και ίσως, τελικά, αυτό να είναι το ίδιον του αληθινού καλλιτέχνη.
Απολαύστε τον!
Είναι η τρίτη σεζόν που βυθίζεστε στον λόγο του Ντοστογιέφσκι και υποδύεστε τον ρόλο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή. Πώς έχετε αλλάξει εσείς ο ίδιος μέσα από αυτήν την επαφή;
Το να έχεις τρία χρόνια αυτό το κείμενο στο κεφάλι σου δεν είναι λίγο… Βεβαίως, οι ηθοποιοί έχουμε αναπτύξει μηχανισμούς με τους οποίους βοηθάμε το μυαλό μας να ξεκουράζεται… Το μυαλό μας, ναι – ο νους, όμως; Αυτός φλερτάρει ποιητικά με την ψυχής μας, και περιδιαβαίνουν οι δυό τους ερωτικά στα λιβάδια των πιο απόκρυφων φόβων μας, βγάζοντας βόλτα τα παιδιά τους (τα υπαρξιακά μας, δηλαδή, ερωτήματα) προς άγραν απαντήσεων και παιδιάς, για να πάρουν δηλαδή, ολίγον καθαρόν αέρα παίζοντας, κυνηγώντας και στριμώχνοντας το ένα το άλλο. Οι απαντήσεις, κρυμμένες στους στήμονες και στην γύρη των ανθών, μαραίνονται – πριν την οριστική και τελική διατύπωση, mαραίνονται, απ’ το φώς και τα βλέμματα. Και το μήνυμα δραπετεύει… Ως την επόμενη Άνοιξη – ως τον επόμενο καιρό… Σ’ αυτό το σεργιάνι, στο ανεμοδαρμένο αυτό ύψος, διασταυρώνεται ο νους μου με το κείμενο του Ντοστογιέβσκι (με το οποίο μας παραδίδει την “οριστική και τελική διατύπωση” -αν μη τι άλλο- των ερωτημάτων μας). Κι έτσι, συντροφευμένος ο νους μου απ’ τον νου του, τελώ εν αναμονή της κάθε-επομένης δικής μου Ανοίξεως. Κι η μοναξιά του νου μου δεν είναι πια τυφλή και αφόρητη…
Στο πλασματικό σενάριο του κειμένου, ο Χριστός κατεβαίνει στην γη στην Ισπανία του 15ου αιώνα και συλλαμβάνεται από εκπρόσωπο της εκκλησίας. Εάν το κείμενο γραφόταν για την Ελλάδα του σήμερα, πιστεύετε ότι πάλι κάποιος θα ήθελε να οδηγήσει τον Χριστό σε ένα κελί;
Το κείμενο – φευ – είναι γραμμένο και για την Ελλάδα του σήμερα! Και για όλον τον κόσμο δυστυχώς και του σήμερα αλλά και του αύριο! Τώρα, αν ερχόταν την σήμερον ο Χριστός στην Ελλάδα, νομίζω πως δεν θα υπήρχε περίπτωση να τον συλλάβει κανείς! Γιατί αν, όπως λέει ο Ντοστογιέβσκι στο κείμενο του, ο Ιεροεξεταστής τον συλλαμβάνει για να μην κάνει θαύματα και ο κόσμος – που έχει ανάγκη από τα θαύματα – πιστεύοντας σε αυτά εξεγερθεί και επαναστατήσει, ε, τώρα στην Ελλάδα δεν υφίσταται τέτοιος “κίνδυνος”, γιατί η βλάβη που έχει επιφέρει ο καπιταλισμός στους ανθρώπους είναι ανήκεστος! Και να έρθει δεν θα Τον αναγνωρίσουμε, και να Τον αναγνωρίσουμε δεν θα Τον πιστέψουμε, και θαύματα ακόμα να κάνει δεν θα μας επηρεάσουν, γιατί έχοντας απαξιώσει τα πάντα, θα απαξιώσουμε ωραιότατα και Αυτόν, θα Τον χλευάσουμε και θα Τον εξευτελίσουμε. Ποιον, τον Χριστό: το φως, δηλαδή, εκείνο που μας δείχνει τον δρόμο της προσωπικής μας εξέγερσης και ελευθερίας, της προσωπικής μας ανάτασης και ανάστασης!
Ο Μέγας Ιεροεξεταστής είναι μια άκρως γοητευτική φιγούρα, γιατί αρθρώνει λόγο (εξ)αιρετικό, που είναι σχεδόν πλήρως πειστικός. Είναι η μορφή του απόλυτου κακού ή το απόλυτο κακό είναι ένας μύθος;
Στο δικό μου το μυαλό είναι το απόλυτο κακό ή τουλάχιστον ο αντιπρόσωπός του. Αυτό πάντως έχω κατά νου όταν είμαι στην σκηνή: το απόλυτο κακό αντιμάχεται το απόλυτο καλό. Και η σκηνοθεσία σε αυτήν την βάση στηρίχθηκε. Το απόλυτο καλό (ο Θεός…) μέσω του Ιησού “συνομιλεί” με το απόλυτο κακό (ο Εωσφόρος) μέσω του Ιεροεξεταστή. Λες και η ουράνια και προαιώνια διαμάχη μεταφέρεται στην γη και παίρνει σάρκα και οστά. Τώρα αν το απόλυτο κακό είναι ή όχι μύθος – τι να πω; Μου έρχεται αμέσως κατά νου η ρήση πως : «η επιτυχία του διαβόλου στην εποχή μας είναι ότι μας έπεισε πως δεν υπάρχει»! Απ’ την άλλη, σκέφτομαι πόσο άρρηκτα συνδεδεμένα είναι, ίσως αυτά τα δύο, το καλό και το κακό. Πόσο το κακό είναι, ίσως, μέσα μας, ενδημεί στα αβυσσαία βάθη του είναι μας. Πώς αλλιώς να εξηγήσεις, παραδείγματος χάριν, την τόση βία που ιστορεί η ανθρώπινη περιπέτεια και ως εκ τούτου και την εντολή «ου φονεύσεις»; Άρα δεχόμαστε πως ο άνθρωπος είναι φονιάς! Άλλωστε, και βάσει του βιβλικού μύθου, όλοι είμαστε απόγονοι ενός φονιά. Κι αν ο φόνος είναι κακό, άρα το κακό είναι εγγεγραμμένο στα κύτταρά μας… Η ελληνική τραγωδία και γι αυτό δεν μας μιλά; Άρα, τι “μύθος”; Πόσο “μύθος”;…
Ακολουθώντας τον λόγο του Ντοστογιέφσκι, αντιλαμβάνεται κανείς πως το κείμενο γεννήθηκε μάλλον ως απάντηση σε φωνές που πηγαίνουν να κλονίσουν την πίστη και πραγματεύεται τους μέγιστους ανθρώπινους φόβους. Πιστεύετε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος θέλει να αντιμετωπίσει αυτά τα ερωτήματα ή προτιμάει να τα «θάβει»;
Νομίζω πως όχι, δεν θέλει να τα αντιμετωπίσει! Έτσι τουλάχιστον δείχνει. Και ούτε καν τα αναβάλλει. Τα απωθεί! Αλλά η εμπειρία και η παρατήρηση της ανθρώπινης διαδρομής μας δείχνει πως ό,τι απωθούμε αυτό επιστρέφει ως καταστροφέας! Δεν μπορούμε, λοιπόν, να αποφύγουμε αυτήν την αντιμετώπιση, αυτήν την αναμέτρηση. Θα την βρούμε μπροστά μας… Έχουμε εξορίσει φερ’ ειπείν απ’ την ζωή μας τον ίδιο τον θάνατο, την ιδέα του θανάτου (τον μεγαλύτερό μας φόβο!) αλλά πώς δεν καταλαβαίνουμε ότι ο θάνατος είναι η μόνη βεβαία, τελική, οριστική και αμετάκλητη έκβαση της ζωής μας; Δεν το σκεφτόμαστε καν. Ενώ, νομίζω, πως αν ο άνθρωπος σκεφτόταν καθημερινά, για δέκα τουλάχιστον δευτερόλεπτα, την ιδέα του θανάτου, τότε η ζωή μας θα αποκτούσε ένα άλλο νόημα, το νόημα, ίσως, που της αναλογεί… Αν υπάρχει κάποιο νόημα, μιας και ο άνθρωπος νιώθει πως είναι ερριμένος σ’ αυτόν τον πλανήτη και απορεί: Τι κάνει εδώ; Ποιος είναι; Γιατί «είναι»; Ζητά και θέλει απελπισμένα να μάθει. Αλλά δεν μπορεί. Αδυνατεί. Γινόμαστε έτσι, θέλοντας και μη, αγνωστικιστές. Δεν έχουμε αποδείξεις για τίποτα. Δεν έχουμε απαντήσεις. Κι έτσι κατασκευάζουμε θεωρίες και κοσμοείδωλα, προκειμένου να ανακουφίσουμε και να παρηγορήσουμε την ψυχή μας. Αλλά, έτσι κι αλλιώς, είμαστε και θα παραμένουμε απαρηγόρητες φύσεις…
Ο Ιεροεξεταστής δεν λέει κάτι άτοπο, ίσως. Ο άνθρωπος ζητάει τα θαύματα διακαώς. Το θαύμα – ως συνώνυμο του Θεού! Ο Θεός ο ίδιος είναι το μέγα θαύμα. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, τον Θεό, αυτόν τον Μέγαν Άλλον, για να προσδιοριστεί η ανθρωπότητα στο σύνολό της, να συγκροτηθεί ως υποκείμενο μέσω αυτής της Μίας και Μοναδικής ετερότητας. Χρειαζόμαστε ένα σημείο αναφοράς, γιατί είμαστε απελπισμένοι και συντετριμμένοι από το μάταιο. Χρειαζόμαστε την (ακλόνητη) πίστη, δηλαδή, πως : το σύστημα, τα πράγματα, η ζωή, το σύμπαν λειτουργεί και ενεργεί υπέρ ημών…
Ακολουθείτε μια πολύ λιτή σκηνοθετική-σκηνογραφική γραμμή, εστιάζοντας αποκλειστικά στον λόγο του συγγραφέα, λιώνοντας και φωτίζοντας την κάθε λέξη. Στο θέατρο, το έργο είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας;
Ναι! Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ακόμα πως το έργο είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας του θεάτρου! Πως ο συγγραφέας είναι ο κατ’ αρχήν δημιουργός. Και πως άρα όλη η διαδικασία του θεάτρου αυτόν υπηρετεί. Και επειδή εδώ και καιρό πίστευα πως το θέατρο θα ήταν καλό να ξαναγυρίσει στις μεγάλες του πηγές, στα μεγάλα κείμενα των μεγάλων συγγραφέων και ποιητών, να πάψει να συναγωνίζεται τον κινηματογράφο και την τηλεόραση (που έχουν, έτσι κι αλλιώς, μιαν άλλην αποστολή και φυσιογνωμία) και να ξαναβρεί τον εαυτό του, ως ο θρίαμβος του λόγου και ως εξαίρετο επίτευγμα του πολιτισμού του λόγου και του πνεύματος, για να μας βοηθήσει ως εκ τούτου να έρθουμε και πάλι σε επαφή με τα μεγάλα κείμενα και τα μεγάλα ερωτηματικά, εν ολίγοις, να μας βοηθήσει να το “φιλοσοφήσουμε” και λίγο, για όλους αυτούς τους λόγους η σκηνοθετική και σκηνογραφική επιλογή είναι τέτοια, τόσο λιτή και τόσο διακριτική ώστε τίποτα από την όψη, την φόρμα της παράστασης, να μην τραβήξει την προσοχή του θεατή από το κείμενο, απ’ το περιεχόμενο! Η γνωστή, ξέρετε, αντιπαράθεση : «φόρμα ή περιεχόμενο»;… Τα τελευταία χρόνια το σύγχρονο θέατρο αποδομώντας τα πάντα μοιάζει να υπηρετεί, αποκλειστικά σχεδόν θα ‘λεγε κανείς, την φόρμα. Αποδομώντας και διαλύοντας το περιεχόμενο… Μα, απ’ την άλλη, κάτι τέτοιο δεν συντελείται ευρύτερα και στην κοινωνία μας;… Μήπως απλώς λειτουργεί ως καθρέφτης το σημερινό θέατρο; Ή μήπως καθρεφτίζοντας συμβάλλει, άθελά του ίσως, στην σύγχυση και στην διάλυση;…
Τα τελευταία χρόνια έχετε κάνει βήματα και στον χώρο της γραφής. Τι γέννησε αυτήν σας την ανάγκη;
Λένε πως: ή θα ζείς ή θα διηγείσαι. Φαίνεται πως τώρα, που είμαι στην ηλικία της σύνθεσης, ένιωσα την ανάγκη να μοιραστώ αυτά που, ίσως, έχω καταλάβει. Από ανάγκη, λοιπόν, μοιρασιάς και εξομολόγησης, θα έλεγα. Από ανάγκη να θυμίσω και γω με την σειρά μου πως αυτά που μας ενώνουν είναι, ίσως, πιο πολλά από αυτά που μας χωρίζουν. Και πως το ταξίδι στο εσωτερικό τοπίο, το ταξίδι της αυτογνωσίας μας δίνει, ίσως, την ευκαιρία να διαβάσουμε επιτέλους με τέχνη τα σημάδια της ζωής μας και να αντιληφθούμε την λογική (και όχι μόνον) αλληλουχία που έχει το σχέδιο της ζωής μας και, γιατί όχι, την ελπίδα να μας αποκαλυφθεί ένα κρυφό μέχρι τώρα νόημα…
Από την επαφή σας με τους μαθητές σας, πόσο έχει αλλάξει το βλέμμα των νέων απέναντι στον κόσμο και την τέχνη του θεάτρου από τα χρόνια που εσείς σπουδάζατε;
Τα νέα παιδιά έχουν υποστεί όλες τις καταστροφικές συνέπειες απ’ το κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον που εμείς οι παλαιότεροι τους παραδώσαμε. Ζώντας οι νέοι σε αυτό το απάνθρωπο και σκοτεινό παρόν, αναρωτιέμαι από πού άραγε και πώς θα αντλήσουν δύναμη και έμπνευση για να οικοδομήσουν ένα μέλλον που να τους περιέχει ως πνευματικότητες και όχι ως αριθμούς στα λογιστικά κατάστιχα αυτών των άρρωστων (και μεταφορικά και κυριολεκτικά) υπέργηρων που κυβερνούν τον πλανήτη… Το βλέμμα των νέων, κατά την γνώμη μου, φανερά έχει βυθιστεί σε σκοτεινά τοπία με αμφίβολη ορατότητα. Ευτυχώς, όχι όλων! Υπάρχουν εξαιρέσεις που όμως, δυστυχώς, επιβεβαιώνουν αυτό που φαίνεται να είναι ο κανόνας. Θα χρειαστεί πρώτα να εξεγερθούν – σε προσωπικό επίπεδο – για την δικήν τους αυτοπραγμάτωση και εν συνεχεία να επαναστατήσουν (αναγκαστικά) για να διεκδικήσουν μιαν ανθρώπινη ζωή και όλα αυτά τα δικαιώματα που μας αφαίρεσαν, και που απ’ ότι φαίνεται κανείς δεν έχει την πρόθεση να μας τα επιστρέψει. Και, φυσικά, αυτή η επανάσταση, όπως και κάθε επανάσταση, δεν θα είναι – φευ! – αναίμακτη…
Είστε αισιόδοξος για την νέα γενιά;
«Όχι», είναι το πρώτο που μου έρχεται να σας πω. Απ’ την άλλη όμως, θέλω και γω να πιστεύω στα θαύματα. Πιστεύω πως ένας και μόνον άνθρωπος αρκεί και μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Και μια μόνον ιδέα μπορεί να εμπνεύσει τον άνθρωπο και ο άνθρωπος να αλλάξει τα πάντα. Κι αυτός ο άνθρωπος θα είναι σίγουρα ένας “νέος” άνθρωπος. Γι αυτό, λοιπόν, και γω θέτω όλο μου το είναι, όλην μου την ζωή στην υπηρεσία αυτού του “νέου” ανθρώπου. Προετοιμάζοντας υπομονετικά το έδαφος της έλευσής του, το έδαφος γι αυτήν την πανανθρώπινη αλλαγή! Είμαι ταγμένος από άποψη και ιδεολογία να στέκομαι δίπλα στους νέους. Κάνω και θα κάνω τα πάντα για να τους είμαι χρήσιμος. Έτσι νιώθω πως “υπηρετώ” το παρόν, τιμώντας την ζωή και τον χρόνο. Γιατί το σίγουρο είναι πως δεν πάει άλλο : πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα. Εμείς, όλοι μας, πρέπει να αλλάξουμε. Ζούμε τα έσχατα!…
Λιάνα Μεσάικου
Ο Μέγας Ιεροεξεταστής παρουσιάζεται στο Θέατρο Αλκμήνη, Αλκμήνης 12, Πετράλωνα, 2103428650, κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 19:00
Τον ευχαριστώ θερμά για αυτήν μας την συνομιλία