«Για πες λοιπόν», μου λέει ο Γιώργος Παπαγεωργίου μόλις κάτσαμε αμέσως μετά την παράσταση που συμπρωταγωνιστεί με την Βίκυ Παπαδοπούλου στο Θέατρο Θησείον, «Η Αφροδίτη με την Γούνα». «Έχει μπει για τα καλά στο πετσί του ρόλου!», σκέφτομαι κάνοντας την απομαγνητοφώνηση. Μιας και αυτό που ακολούθησε κάθε άλλο παρά κλασική συνέντευξη ήταν. Σε μία συζήτηση, που οι ρόλοι εκείνου που ρωτάει και εκείνου που απαντάει, εκείνου που οδηγεί και εκείνου που ακολουθεί εναλλάσσονταν διαρκώς, θυμήθηκα το παιχνίδι γάτας-ποντικιού, που πριν από λίγη ώρα παρακολουθούσα μαγνητισμένη∙ «να δεις που σκηνοθέτησε όλη την συνέντευξη», είπα και χαμογέλασα, ακούγοντας μερικές από τις δικές μου εκμυστηρεύσεις στο κασετοφωνάκι.
«Η Αφροδίτη με την Γούνα» έχει μια τέτοια δύναμη: να σε ταράξει, να σε βγάλει από την βολή σου, να σε φέρει αντιμέτωπο με κομβικά σου θέλω και πιστεύω, που ίσως δύσκολα θα παραδεχθείς ακόμα και στον ίδιο σου τον εαυτό. Και έχει μια ακόμα μεγαλύτερη γοητεία: το ερωτικό παιχνίδι εξουσίας που διαμείβεται ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό από καταβολής κόσμου, παιχνίδι πόνου και ηδονής με δυσδιάκριτα όρια.
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου υποδύεται τον Τόμας, συγγραφέα και σκηνοθέτη που αναζητά ηθοποιό για το ανέβασμα του έργου του, έργου ορμώμενου από το μυθιστόρημα του Λέοπολντ φον Ζάχερ-Μαζόχ (ο άνθρωπος που έδωσε το όνομα του στον μαζοχισμό). Όταν εμφανίζεται μια νύχτα η Βάντα και του ζητάει να περάσει από ακρόαση, αρχίζει μία διαδρομή μεταμορφώσεων, αποκρύψεων και αποκαλύψεων, μέχρι το εκρηκτικό φινάλε με μυρωδιά από Βάκχες.
Θα αποτολμήσω μια πρόβλεψη: «Η Αφροδίτη με την Γούνα» του David Ives είναι ένα από τα ελάχιστα έργα του πρόσφατου δραματολογίου που νομίζω θα περάσουν στην σφαίρα του «σύγχρονου κλασικού». Το ότι γοητεύει και αφορά φαίνεται εξάλλου από την επιλογή του Polanski να το κάνει ταινία (αν και στο θέατρο αναδεικνύεται πιότερο η μαγεία του).
Σας καλώ να δείτε το ανέβασμά του από τον Γιώργο Οικονόμου στο Θέατρο Θησείον, γιατί νομίζω έχει πιάσει τον παλμό του κειμένου, φωτίζοντας εξίσου την σέξυ διάσταση με την σκοτεινή, υποστηριζόμενο από δύο χορταστικές και γοητευτικές ερμηνείες δύο ταλαντούχων ηθοποιών.
Το ότι ο Γιώργος Παπαγεωργίου είναι καλός ηθοποιός το γνώριζα. Από την πρώτη φορά που τον είδα στην Κατσαρίδα και έσπευσα να μάθω το όνομά του γιατί ήξερα πως ήρθε στον χώρο για να μείνει. Η σκηνή του πάει πολύ ∙ δεν είναι πολλοί που μπορούν να μεταμορφώνονται τόσο έντονα από έργο σε έργο. Μετά την παράσταση του είπα πως βρήκα την ερμηνεία του αρκετά γενναιόδωρη, απέναντι σε έναν ρόλο πολύ κλειδωμένο από γραφής. Αυτό που δεν του είπα είναι πως είναι ένας εξίσου γενναιόδωρος συνομιλητής (πράγμα διόλου αυτονόητο, ακόμα και για άξιους καλλιτέχνες). Είναι ίσως ο ηθοποιός που μου έχει μιλήσει με το μεγαλύτερο πάθος για δουλειά του (ενδείκνυται βέβαια και το έργο)∙ με ειλικρινή αγωνία για το πώς το κοινωνεί ο θεατής και ταυτόχρονα με αφοπλιστική αμεσότητα και ουσιαστική ευγένεια, δώρισε πολύ περισσότερο χρόνο από τον προγραμματισμένο για μία εκ βάθους ανάλυση του έργου και όχι μόνο. Το μόνο που με λυπεί είναι ότι προς αποφυγή spoiler, δεν μπορώ να συμπεριλάβω τον εξαιρετικό του παραλληλισμό της «Αφροδίτης με την Γούνα» με τις «Βάκχες». Για να λάβετε την απάντηση, θα πρέπει να δείτε την παράσταση! Απολαύστε τον!
Δύσκολος ρόλος ο Τόμας, λιγάκι κρυπτικά γραμμένος, δεν βρίσκεις;
Υπάρχει κάτι το περίεργο σε αυτόν τον ρόλο: κρύβει πάρα πολλά. Δεν μπορείς να ξέρεις αν τελικά αυτά που έχει γράψει, τα έχει ο ίδιος βιώσει. Εγώ βέβαια ξέρω τι δρόμο ακολουθώ. Οι αποφάσεις που πήραμε με τον Γιώργο (σσ Οικονόμου, σκηνοθέτη της παράστασης) είναι ότι φυσικά και πρόκειται για έναν συμπλεγματικό άνθρωπο∙ το αντιλαμβάνεσαι από κάποιες αντιδράσεις του που είναι λίγο “abnormal” για κάποιους. Είναι διαστροφικός και το φανερώνει αρκετά σύντομα∙ ήδη από πολύ νωρίς, βλέπει κάτι στην Βάντα που του ξυπνά αυτό που έχει μέσα του και αποφασίζει να παίξει το παιχνίδι μέχρι το τέλος. Η επιλογή του Ives να κάνει τον Τόμας σκηνοθέτη είναι εξαιρετική, διότι ο μαζοχιστής –βάσει κειμένων που διαβάσαμε– σκηνοθετεί την σχέση του. Δεν ψάχνει έναν σαδιστή να τον υποτάξει. Γίνεται ο ίδιος σαδιστής σε κάποια σημεία, δηλαδή ουσιαστικά ζητά να πάρει μια απλή κοπέλα και να την κάνει αφέντρα. Θέλει να σκηνοθετήσει το παιχνίδι, το οποίο είναι τόσο ισχυρό, που χρειάζεται συμβόλαιο για να μπορέσει να υπάρξει. Άνευ συμβολαίου παιχνίδι δεν υφίσταται. Όταν ένας μαζοχιστής μπει στο νοητικό τρικ του να φτιάξει μια μαζοχιστική σχέση με έναν παρτενέρ, έχει ανάγκη τους όρους: ότι από εδώ και στο εξής εσύ θα είσαι η αφέντρα, εγώ ο δούλος σου και θα με κάνεις ό,τι θέλεις. Αν λοιπόν εσύ σπάσεις αυτούς τους κανόνες, ουσιαστικά διαλύεις την επιθυμία αυτού του ανθρώπου. Εγώ, ως Τόμας πάντα, εξαρτώμαι από την συμφωνία.
Είστε όμως βουτηγμένοι μέσα σε ένα διαρκές θέατρο εν θεάτρω. Καλείστε να αλλάζετε διαρκώς ρόλους. Τι πυροδοτεί την διαδρομή του δικού σου ήρωα;
Εμένα ήταν μια επιθυμία μου σε αυτόν τον ρόλο το να μπορέσω να υποστηρίξω μια διαδρομή αυτού του ανθρώπου μεγάλη και μέσα σε 1,5 ώρα να αποφασίσει αυτός να φύγει από το αρχικό του σφίξιμο και να παίξει σαν ηθοποιός. Αυτή ήταν μια πρώτη μου επιθυμία, να δεις αυτόν τον άνθρωπο που δεν θέλει, ξαφνικά να βουτάει στην υποκριτική. Μάλιστα, δεν πρέπει να είναι και καλός, δεν είναι ηθοποιός. Αλλά αυτό πρέπει σταδιακά να σε ενδιαφέρει. Να δεις ότι πασχίζει να κάνει κάτι.
Και στο φινάλε; Υπάρχει νικητής και ηττημένος;
Σε αυτό το έργο, δεν χρειάζεται να κάνεις κάτι παραπάνω από το να το ανεβάσεις σωστά. Μέσα από το κείμενο ο Ives σου δίνει το κλειδί για τον κάθε ρόλο που καλείσαι να παίξεις. Η Βάντα σε ένα σημείο λέει στον Τόμας «άρα, το θες το φινάλε λίγο “φλου”» και λέει αυτός «όχι φλου, ασαφές». Δεν έχει να κάνει με το φλου, έχει να κάνει με το ανοιχτό, ώστε να αφήσει το περιθώριο στον καθένα να δώσει την ερμηνεία που θέλει. Και για να σε μπερδέψω ακόμα περισσότερο σκέψου το εξής: το θύμα στην πράξη είναι ο Τόμας. Ερώτηση: ένας μαζοχιστής σαν τον Τόμας, τι θέλει να είναι; Το θύμα. Άρα, ποιος κερδίζει στο φινάλε; Μήπως εντέλει παίρνει αυτό που ήθελε; Μήπως έτσι νικάει; Κουλά, βίαια, αλλά μήπως νικάει;
Τι να του κάνεις δηλαδή αυτού του ανθρώπου για να του την «σπάσεις»;
Ένας τρόπος υπάρχει: να μην τον υποδουλώσεις ποτέ!
Δεν πιστεύεις όμως ότι αλλάζουν οι ρόλοι σε μία σχέση; Ότι κάνει κύκλους;
Σαφέστατα κάνει κύκλους. Δεν λέμε ότι μία σχέση δεν έκανε τον κύκλο της; Τι εννοούμε; «Δεν φαγωθήκαμε αρκετά!» Εγώ πιστεύω ότι κάθε σχέση είναι διαστροφική. Ή μάλλον κάθε σχέση οφείλει να είναι διαστροφική. Γιατί είναι ένα παιχνίδι μεταξύ δύο. Και αυτό το παιχνίδι, αν στα μάτια των τρίτων φαίνεται διαστροφικό, σημαίνει ότι έχει ενδιαφέρον. Ότι δεν είναι κοινό. Σε μία σχέση που είναι «comme il faut», όλα είναι ταχτοποιημένα και ήσυχα. Δεν έχει φλόγα αυτό το πράγμα. Παίρνουμε ρόλους σε μία σχέση: μία γυναίκα μπορεί να πάρει ξαφνικά τον ρόλο στην αρχή της ερωμένης, μετά της νοικοκυράς, μετά της στοργικής φιλενάδας, μετά να γίνει μάνα του άντρα, μετά να γίνει ξανά η πιο φτηνή πόρνη και τούμπαλιν. Το role-play που κάνουν οι ήρωες του έργου, το κάνουμε και στις σχέσεις μας. Απλώς στις σχέσεις μας δεν μπορούμε να είμαστε τόσο καλοί ηθοποιοί ενδεχομένως. Το κάνουμε με μια ατεχνία, χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Αλλά είναι ωραίο όταν καταλαβαίνεις τι κάνεις και γιατί το κάνεις, γιατί το κάνεις για τον άλλον. Το να υπάρχει το παιχνίδι ρόλων σε μία σχέση και να εναλλάσσονται κατ’ επέκταση τα πάνω χέρια, είναι το κλειδί του να μπορεί αυτή η σχέση να διατηρηθεί όσο πιο ζωντανή και ενδιαφέρουσα γίνεται. Όταν παύει να υπάρχει αυτό και όταν αρχίζει μια ισορροπία πολύ “safe”, στην ουσία το μόνο που έχεις καταφέρει είναι να κλειδώσεις έναν αξιοπρεπή θάνατο της σχέσης και να έχεις να θυμάσαι κάποιες καλές στιγμές.
Εσύ δηλαδή δεν θέλησες ποτέ αυτό που λέμε μια «ισορροπημένη» σχέση;
Το λέω πολύ συχνά πως θέλω ισορροπία στην ζωή μου, γιατί δεν την έχω, αλλά ξέρω ότι στην ουσία με το που θα την αποκτήσω, δεν θα ξέρω τι να την κάνω. Όταν είμαι στο ΙΚΕΑ και βλέπω κάτι ζευγάρια με την ταχτοποιημένη ζωή, να ψωνίζουν τα ταχτοποιημένα έπιπλα, για να τα ταχτοποιήσουν στο αυτοκίνητο και στην συνέχεια να ταχτοποιήσουν το σπιτικό τους ανάλογα, είναι σαν να βλέπω λίγο την ζωή τους. Μου αρέσει πάρα πολύ να το κάνω αυτό, να παρακολουθώ ζευγάρια. Ίσως γιατί δεν το έχω στην ζωή μου και μπορεί κρυφά να το ζηλεύω. Ας πούμε, ένα άλλο σημείο που ταυτίζομαι με τον Τόμας: έχω ένα παλιομοδίτικο βίτσιο, πρέπει να είμαι ερωτευμένος σε μια σχέση, διαφορετικά έχω φύγει στην πρώτη μέρα.
Καλά, αυτό εννοείται.
Εννοείται; Τι λες; Εσύ δηλαδή πιστεύεις πως κάθε άνδρας και γυναίκα που είναι σε μία σχέση είναι ερωτευμένοι;
Σίγουρα όχι, αλλά είναι το ιδανικό.
Στην ουσία κάνουμε τώρα έναν διάλογο, τον οποίο θέτει ο ίδιος ο Ives-Μαζόχ στο έργο. Υπάρχει ο δυτικός άνθρωπος, που θέλει τα πράγματα ταχτοποιημένα∙ ο Ives λοιπόν, μέσω του Μαζόχ, αντιπαραθέτει τον παγανισμό, το ελληνικό μυστήριο. Το ιδανικό είναι αυτό που αντιπαραθέτει ο Μαζόχ, η Αφροδίτη, όλοι αυτοί οι χαρακτήρες, που δίνουν σε εσένα τον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο, ένα άλλο μοντέλο ζωής, ερωτικής ζωής, σχέσης, κοινωνικής ζωής: ειλικρίνεια με τον εαυτό μας, με τα πάθη μας, ειλικρίνεια απόλυτη στην σχέση, καμία αίσθηση του πρέπει και του πρέπει να είμαστε μαζί για πάντα, καμία ανάγκη του να χαλιναγωγήσεις τα πιο βαθιά σου ένστικτα προς χάριν μιας κοινωνικής συμμόρφωσης.
Πιστεύεις ότι τα θέλω της γυναικείας φύσης είναι ίδια με τα θέλω της αντρικής;
Όπως αντιλαμβάνομαι εγώ την γυναικεία φύση, στην ουσία μία γυναίκα δεν θα σταματήσει να αγαπάει και να προσπαθεί να προστατεύσει έναν άντρα, γιατί ο άντρας βγήκε μέσα από μία γυναίκα. Αυτός ο κύκλος δεν μπορεί να κλείσει ποτέ. Το θηλυκό φέρει το αρσενικό. Το αρσενικό είναι ένα ξένο σώμα σε σχέση με αυτήν την ψυχολογία. Συνήθως η γυναικεία ψυχολογία είναι κάτι πιο ολοκληρωμένο. Στην φύση ενός άντρα είναι τα πράγματα λίγο πολεμικά. Η γυναικεία φύση εμπεριέχει μέσα της στοιχεία μαγείας. Η αντρική φυση από την άλλη έχει μια ειλικρίνεια πολλές φορές αποστομωτική. Για παράδειγμα, ένα γυναικείο σώμα γυμνό μπορει να είναι πολύ πιο ερωτικό και αισθησιακό και σαγηνευτικό από ένα αντρικό. Αλλά από την άλλη, ένα αντρικό απογυμνωμένο κορμί μπορεί να είναι πολύ πιο συγκινητικό από ένα γυναικείο.
Εσύ ως ηθοποιός νοιώθεις απογυμνωμένος πάνω στην σκηνή;
Είναι λίγο επικίνδυνες αυτού του είδους οι εκφράσεις. Γιατί μπορεί αυτό το πράγμα να γίνει πολύ εγωιστικό. Είναι σαν να λες στον συγγραφέα, στον σκηνοθέτη, τον συνάδεφό σου, το κοινό, ότι «κοίταξε να δεις, εγώ είμαι πολύ σπουδαίος άνθρωπος, αξίζει ο ρόλος να έρθει σε μένα και εγώ μέσω αυτού θα δείξω στο κοινό και σε εσάς τι κρύβω μέσα μου». Έρχεται σε μεγάλη αντιδιαστολή σε σχέση με το πώς πρέπει να λειτουργεί ο ηθοποιός, που οφείλει να είναι το άλλο άκρο του εγωισμού και εντελώς ομαδικός. Πρέπει να χρησιμοποιείς σαν εργαλεία τις δικές σου αλήθειες, τις φυσικές και ψυχολογικές σου αποσκευές, έτσι ώστε ο γραμμένος ρόλος του συγγραφέα –ή αν είναι devised, ο ρόλος που φτιάχνεις εκείνη την στιγμή- να μπορεί να υπάρξει και έξω από εσένα. Αυτό είναι κάτι πολύ γενναιόδωρο. Σαν να λες: «εγώ θα δημιουργήσω κάτι μπροστά σας, μαζί με τον συνάδερφό μου και τον σκηνοθέτη μου και θα μοιάζει λίγο σαν να έρθει εδώ ένα πνεύμα που το έχουμε καλέσει, γιατί θέλει κάτι να μας πει»∙ ακόμα και σε μένα που παίζω. Θα με κάνει πιο σοφό αύριο μεθαύριο, όπως και τον θεατή, θα μου δώσει μια τόση δα ιδέα παραπάνω. Και θα πω, «ωραία, κάτι πήρα», αν είναι καλή η παράσταση.
Μέσα από αυτήν την παράσταση άλλαξες;
Στην ερωτική μου ζωή αρκετά! Όχι φυσικά ότι έγινα ξαφνικά s&m. Αλλά αποφάσισα να έχω λιγότερες ενοχές και να είμαι πιο ειλικρινής με τα θέλω μου και με τις σχέσεις μου. Όσο είμαι ακόμα εργένης, μπορώ αυτό να το κάνω με μεγάλη άνεση. Βέβαια, αν ερωτευτώ και μπω σε μια σχέση πιο σταθερή, προφανώς και δεν θα μπορώ να λέω ό,τι μου κατεβαίνει.
Να σε ρωτήσω και κάτι άσχετο; Είδα πως είσαι σε μία μπάντα, τους Polkar, και γράφεις τραγούδια. Θέλεις να μου μιλήσεις λίγο για την σχέση σου με την μουσική;
Η μουσική υπήρχε από παλιά στην ζωή μου, απλά σε ένα επίπεδο πιο προσωπικό. Από το καλοκαίρι που ξεκίνησε η φάση με τους Polkar, ξαφνικά έγινε ένα γκρουπ που είναι για μένα το παιδάκι μου. Είναι όλα τα παιδιά εξαιρετικοί μουσικοί και με τον κιθαρίστα, Γιάννη Κυρατσό, είμαστε παιδικοί φίλοι. Από άποψη δεν υπάρχει η ανάγκη να ειπωθεί ένας δυσνόητος και βαρύγδουπος στίχος. Έχω φάει μερόνυχτα με μουσική και ξενύχτια με δύσκολα τραγούδια, δυσνόητα για κάποιους, αλλά πόση δύναμη μπορεί να έχει ένας στίχος που να λέει «all you need is love»; Θέλουμε να κάνουμε μία αναβίωση -με το δικό μας ύφος- της νοοτροπίας των παλιών, αθηναϊκών και ενδεχομένως και επτανησιακών κανταδόρων. Πολύ πιο απλά, αθώα και ειλικρινή τα λόγια τους και το έχω πολλή ανάγκη στην ζωή μου. Είναι μάλιστα τόσο ωραίο όταν επικοινωνείται με κόσμο! Η μουσική είναι γενικά μια τέχνη πιο προσβάσιμη. Οπότε, ενώ ξεκίνησε ως ένα side project, στον βαθμό που γίνεται και με το feedback που έχει αρχίσει να παίρνει, είναι κάτι που δεν μπορώ να αφήσω. Μου αρέσει, το θέλω και νοιώθω ότι συμπληρώνει κάπως το μυαλό μου. Κουμπώνουν καλύτερα τα πράγματα μέσα μου.
Λιάνα Μεσάικου
Ο Γιώργος Παπαγεωργίου έχει μία απίστευτη θετική ενέργεια! Μοιάζει να χαίρεται την ζωή και σου το μεταδίδει. Εκτός από ηθοποιός και μουσικός, τελευταία ασχολείται και με την γραφή, από χόμπυ και ερασιτεχνικά όπως θα προλάβει ο ίδιος να προσθέσει. Παρόλ’ αυτά, κείμενά του έχουν ήδη δημοσιευθεί σε Free Press της αγαπημένης του Θεσαλλονίκης. Στην οποία μάλιστα εάν είστε παραμονή Χριστουγέννων, θα έχετε την ευκαιρία να απολαύσετε τους Polkar live.
Όσο για τους Αθηναίνους, μπορείτε να θαυμάσετε τον Γιώργο στην σκηνή σε όχι μία, αλλά τρεις παραστάσεις! Συμμετέχει σταθερά στο Νησί των Θησαυρών, την παιδική παράσταση του Μεγάρου Μουσικής σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου, με τον οποίον μάλιστα βρίσκεται σε πρόβες για την παράσταση ο Ρινόκερος του Ιονέσκο, που θα ανέβει σύντομα. Την Δευτέρα ξεκινάει στο Θέατρο Ιλίσια-Βολανάκη η επανάληψη της μεγάλης επιτυχίας “Ι will survive” με τον Αντίνοο Αλμπάνη σε σκηνοθεσία Γιάννη Σαρακατσάνη, με τον οποίο ο Γιώργος θα εναλλάσσεται στην διανομή.
Και φυσικά, μην ξεχάσετε την Αφροδίτη με την Γούνα με την Βίκυ Παπαδοπούλου, σε σκηνοθεσία Γιώργου Οικονόμου στο Θέατρο Θησείον, Ένα Θέατρο για τις Τέχνες, Τουρναβίτου 7, Ψυρρή, τηλ. 2103255444. Παραστάσεις: Πέμπτη 21.00, Παρασκευή 21.00, Σάββατο 21:30, Κυριακή 21.30. Από 14/12, Πέμπτη 21.00, Παρασκευή 21.00, Σάββατο 19:00, Κυριακή 21.00 (Τα Σαββατοκύριακα σε εναλλασσόμενο ρεπερτόριο με το Mistero Buffo)