Μες την πορεία του στεκόταν χωρίς να καταλαβαίνει ποια είναι η αληθινή του αγάπη, η κιθάρα ή τα συνθεσάιζερ και όλη αυτή η αντίφαση δημιούργησε τελικά τον ιδιαίτερο και ξεχωριστό ήχο του. Έναν ήχο ανάμεσα σε βιομηχανικά κρουστά και ζοφερές μελωδίες που αποκαλύπτουν έναν βαθύ κοινωνικό στοχασμό και μια αίσθηση που διατρέχει την μουσική του, ότι τίποτε δεν έχει αρχίσει και τίποτε δεν έχει τελειώσει.
Σαν ημιτελή τραγούδια, σημειώσεις σε χαρτιά, φευγαλέες σκέψεις και ο δικός του τρόπος να μιλά για την αλήθεια που μόνο η ψυχή μπορεί να δει, όπως ο ήρωας του Σαιντ Εξυπερύ: “Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά, την ουσία τα μάτια δεν την βλέπουν”.
Ο Κ.Βήτα κατάφερε να ενώσει την ποίηση με την μουσική μέσα από μοναδικά, αμφιλεγόμενα άλμπουμ στην μετά Στέρεο Νόβα πορεία του, όπως η ηλεκτρονική του σύγκρουση με το έργο του Μάνου Χατζιδάκι “Transformations”, η μουσική του συμμετοχή στο Δύο του Δημήτρη Παπαϊωάννου, μέχρι και την τελευταία του ντίσκο φανκ ματιά στην Χρυσαλλίδα.
Ένα κύκλο τραγουδιών με ποπ και nu disco διάθεση να εμβαθύνει στην προσωπική κρίση που διαποτίζει το αστικό τοπίο όπως το Τζιτζίκι, η Δύση, η Χρυσαλλίδα, η Ωραία Ελένη και η Νταίζη ένα call girl που μέσα στην αθωότητά του έρχεται αντιμέτωπο με τον σύγχρονο αμοραλισμό: “ Τι είναι αυτό που ποθούν, όσο χρήμα κι αν βρουν άλλη τόση αγάπη θα έχουν πετάξει”…