“Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να ζει ελεύθερος”
Ο Jean Paul Sartre ήταν γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στο Παρίσι στις 21 Ιουνίου του 1905. Υπήρξε Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης, κριτικός και πολιτικός ακτιβιστής, ο κυριότερος εκπρόσωπος του φιλοσοφικού υπαρξισμού και φαινομενολογίας, καθώς και υποστηρικτής της πολιτικής θεωρίας του Μαρξισμού.
Θεωρούσε ότι οι διανοούμενοι πρέπει να παίζουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία και ο ίδιος υπήρξε ένας εσωτερικά στρατευμένος καλλιτέχνης (όχι όμως και στρατευμένος από κάποιο κράτος ή καθεστώς) στηρίζοντας τις αριστερές πολιτικές επιλογές του με τη ζωή του και το έργο του. Στις δυτικές χώρες του ασκήθηκε έντονη κριτική για την υποστήριξη του προς τις κομμουνιστικές κυβερνήσεις της εποχής, όπως αυτές του Φιντέλ Κάστρο στην Κούβα, του Μάο στην Κίνα, καθώς και των Ερυθρών Χμερ στην Καμπότζη, αλλά και εντός της Γαλλίας για την υποστήριξη των Αλγερινών επαναστατών έναντι των γαλλικών στρατευμάτων κατά τον πόλεμο της Αλγερίας.
Ο Σαρτρ είναι επίσης γνωστός για την ανοικτή σχέση που διατηρούσε με την διάσημη θεωρητικό του φεμινισμού και φιλόσοφο-μυθιστοριογράφο, Σιμόν Ντε Μπουβουάρ. Αχώριστοι πάνω από μισό αιώνα και οι δύο μαζί αμφισβήτησαν τις κοινωνικές και πολιτισμικές συμβάσεις του περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσαν, το οποίο θεωρούσαν μεγαλοαστικό και ρηχό (μπουρζουά) ως προς τον τρόπο ζωής και σκέψης. Η σύγκρουση μεταξύ της καταδυναστευτικής, και πνευματικά καταστροφικής συμμόρφωσης με το κατεστημένο, και η αναζήτηση του αυθεντικού τρόπου του υπάρχειν αποτέλεσε την κύρια θεματολογία της πρώιμης περιόδου του Σαρτρ, το οποίο και αποτύπωσε στο κύριο φιλοσοφικό του έργο με τίτλο Το είναι και το μηδέν (L’Être et le Néant) το οποίο εκδόθηκε το 1943, ενώ άλλα σημαντικά φιλοσοφικά έργα του αποτελούν το Ο υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός του 1946, και η Κριτική της διαλεκτικής λογικής του 1960.
Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ που γίνεται ο βασικός εκπρόσωπος του υπαρξισμού του 20ού αιώνα, ιδρύει, μαζί με τον Μορίς Mερλό-Ποντί, το λογοτεχνικό περιοδικό «Μοντέρνοι Καιροί», από όπου δημοσιοποιεί τις αριστερές πολιτικές του θέσεις και τις φιλοσοφικές του αναλύσεις. Στο έργο του, ο άνθρωπος εμφανίζεται ως απελευθερωμένος από την επιρροή κάποιας ανώτερης ηθικής τάξης ή δύναμης, που θα μπορούσε να ορίσει τη ζωή του και γίνεται ο ίδιος κύριος των επιλογών του.
Αποστρεφόταν τις επίσημες τελετές και τα αξιώματα και γι’ αυτό τον λόγο, το 1964, αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, αναφέροντας πως ένας συγγραφέας δεν πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό του να μετατραπεί σε θεσμό.
Μαζί με τον Μπέρτραντ Ράσελ, προεδρεύει στο «δικαστήριο Ράσελ», ένα φανταστικό δικαστήριο που αποτελούνταν από ανθρώπους της διανόησης, καταδικάζοντας τον Αμερικανικό ιμπεριαλισμό στο Βιετνάμ.
Το έργο του εξακολουθεί να επηρεάζει και να αποτελεί αντικείμενο μελέτης της κοινωνιολογίας, κριτικής θεωρίας, μετά-αποικιοκρατισμού, και λογοτεχνικής ανάλυσης.
Επηρεασμένος από τη γερμανική φιλοσοφία του υπαρξισμού και απορρίπτοντας τον μπολσεβικισμό, ο Ζαν Πολ Σαρτρ υποστήριζε ένα νέο ουμανισμό, σ’ ένα κόσμο χωρίς την ανάγκη θεού. Τις ιδέες του κατόρθωσε να τις περάσει και μέσα από τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά του έργα. Λόγω της αθεϊστικής στάσης του, όλα τα βιβλία του τοποθετήθηκαν από την καθολική εκκλησία στη λίστα των απαγορευμένων.
Ο Ζαν Πολ Σαρτρ πέθανε στις 15 Απριλίου του 1980.