Ο Τζιμ Μόρισον ήταν Αμερικανός τραγουδιστής, συγγραφέας και ποιητής. Γεννήθηκε στη Μελβούρνη της Φλόριντα και ήταν ο τραγουδιστής και στιχουργός του δημοφιλούς αμερικάνικου ροκ συγκροτήματος The Doors. Θεωρείται ένας από τους πιο χαρισματικούς ερμηνευτές στην ιστορία της ροκ μουσικής. Έγραψε επίσης αρκετά βιβλία ποίησης, ένα μικρό ντοκιμαντέρ και δύο video clip (“The Unknown Soldier” και “People are Strange”). Ο θάνατός του σε ηλικία 27 ετών στο Παρίσι της Γαλλίας κατέπληξε τους θαυμαστές του. Οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες πέθανε και ο μυστικός ενταφιασμός του έγιναν αφορμή για ατελείωτες φήμες και παίζουν σημαντικό ρόλο στο μυστήριο που εξακολουθεί να τον περιβάλλει.
Ο Τζιμ Μόρισον είχε σκωτσέζικη και ιρλανδική καταγωγή και ήταν γιος του ναυάρχου Τζωρτζ Στίβεν Μόρισον και της Κλάρας Κλαρκ Μόρισον, που γνωρίστηκαν το 1941 στη Χαβάη.Σύμφωνα με τον Μόρισον, ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ζωή του συνέβη το 1949 κατά την διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής στο Νέο Μεξικό. Περιγράφει το γεγονός όπως ακολουθεί:
Είναι η πρώτη φορά που ανακάλυψα τον θάνατο… εγώ, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς μου και η γιαγιά μου διασχίζαμε την έρημο την αυγή. Ένα φορτηγό γεμάτο Ινδιάνους είχε μάλλον χτυπήσει ένα άλλο αυτοκίνητο ή κάτι τέτοιο, υπήρχαν Ινδιάνοι σκορπισμένοι παντού στην εθνική οδό, αιμορραγώντας μέχρι θανάτου. Ήμουν μικρός τότε, οπότε έπρεπε να μείνω στο αυτοκίνητο όσο ο πατέρας μου και ο παππούς μου βγήκαν να δουν τι γινόταν. Δεν μπορούσα να δω τίποτα. Το μόνο που είδα ήταν παράξενη κόκκινη μπογιά και ανθρώπους πεσμένους ολόγυρα, αλλά ήξερα πως κάτι συνέβαινε, γιατί μπορούσα να νιώσω τις δονήσεις των ανθρώπων γύρω μου, και έτσι ξαφνικά συνειδητοποίησα πως ούτε εκείνοι μπορούσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα πραγματικό φόβο… και πιστεύω πως εκείνη τη στιγμή οι ψυχές εκείνων των νεκρών ινδιάνων — ίσως μια ή δύο απ’ αυτές — έτρεχαν έξαλλες εδώ και κει, και μπήκαν στην ψυχή μου, και εγώ ήμουν σαν σφουγγάρι, έτοιμος να κάτσω εκεί και να τις απορροφήσω.
Ο Μόρισον αργότερα θα ξαναθυμόταν αυτό το γεγονός στο πέρασμα του τραγουδιού “Peace Frog”: “Ινδιάνοι σκορπισμένοι στον αυτοκινητόδρομο της αυγής αιμορραγούν/Φαντάσματα βρίθουν το εύθραυστο σαν τσόφλι μυαλό του μικρού παιδιού.” Βέβαια, και οι δύο γονείς του Μόρισον ισχυρίζονται πως το γεγονός αυτό ποτέ δεν συνέβη. Στα πολλά σχόλια του γι’ αυτό το επεισόδιο, ο Μόρισον είπε πως είχε αναστατωθεί τόσο από αυτό το συμβάν, που οι γονείς του τελικά του είπαν ότι απλώς είχε δει έναν εφιάλτη, με σκοπό να τον ηρεμήσουν. Ασχέτως του αν το γεγονός ήταν αληθινό, το είχε φανταστεί ή σκαρφιστεί, ο Μόρισον έκανε επανειλημμένες αναφορές σε αυτό σε διανθίσματα των τραγουδιών του, σε ποιήματα και συνεντεύξεις του.
Ο Μόρισον αποφοίτησε από το George Washington High School (τώρα George Washington Middle School) στην Αλεξάνδρεια, Βιρτζίνια τον Ιούνιο του 1961. Ο πατέρας του μετατέθηκε στην Νότιαα Καλιφόρνια τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Ο Μόρισον πήγε να ζήσει με τους γονείς του πατέρα του στο Κλιαργουότερ στη Φλόριντα, όπου παρακολούθησε μαθήματα στο St. Petersburg Junior College.
Μπήκε στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα (1962-63), το οποίο διέθετε φθηνά δίδακτρα, αλλά πάλι δεν τον ικανοποίησε αρκετά. Έτσι, ο Μόρισον μετακόμισε κοντά στο κολέγιο FSU, όπου συγκατοίκησε με τον Τζορτζ Γκριρ και εμφανίστηκε σε ένα φιλμ για τη στρατολογία στο σχολείο.
Τον Ιανουάριο του 1964, χάρη στη συμβουλή ενός καθηγητή του FSU, ο Μόρισον μετακόμισε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια, όπου ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές σπουδές του στο UCLA, με διάκριση στον κινηματογράφο.
Ο Τζιμ γύρισε δύο ταινίες κατά τη φοίτησή του στο UCLA. Η πρώτη, ονόματι “First Love“, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά χωρίς περικοπές στο τέλος του ντοκιμαντέρ για την ταινία “Obscura“.
Η οικογένεια του Μόρισον έπρεπε να μετακομίζει συχνά, λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του. Κατά συνέπεια, η εκπαίδευση του Μόρισον διακοπτόταν όταν ήταν μικρός, καθώς συνεχώς άλλαζε σχολείο. Παρ’ όλα αυτά, ήταν ένας ευφυής και ικανός μαθητής, με ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη θεολογία, τη φιλοσοφία και την ψυχολογία, μεταξύ άλλων.
Οι βιογράφοι του έχουν αναφερθεί επανειλημμένα σε κάποιους συγγραφείς και φιλοσόφους που επηρέασαν τον τρόπο σκέψης και ίσως και τη συμπεριφορά του Μόρισον. Στην εφηβεία του, ο Μόρισον ανακάλυψε τα γραπτά του Φρίντριχ Νίτσε. Μάλιστα, μετά το θάνατο του Μόρισον, ο Τζον Ντένσμορ υπέθεσε ότι ο νιχιλισμός του Νίτσε σκότωσε τον Τζιμ.
Οι “σκοτεινοί” ποιητές του 18ου και του 19ου αιώνα του κίνησαν το ενδιαφέρον, και ιδιαίτερα ο Βρετανός ποιητής William Blake, καθώς και οι Γάλλοι ποιητές Κάρλος Μπωντλαίρ και Αρθούρος Ρεμπώ. Οι συγγραφείς της γενιάς beat, όπως ο Τζακ Κέρουακ, επηρέασαν τόσο τις απόψεις και τον τρόπο έκφρασης του Μόρισον, που κατέληξε να θέλει να βιώσει όσα αναφέρονται στο βιβλίο του Κέρουακ On The Road. Ομοίως, βρήκε ενδιαφέροντα τα γραπτά του Γάλλου συγγραφέα Σελίν. Το βιβλίο του Voyage au Bout de la Nuit (Ταξίδι στο τέλος της Νύχτας) και το βιβλίο του Μπλέικ Οι Μαντείες της Αθωότητας ήταν οι βασικές επιρροές για ένα από τα πρώτα τραγούδια του Μόρισον, “End of the Night.” Τελικά, ο Μόρισον γνώρισε και έγινε φίλος με τον Michael McClure, έναν γνωστό ποιητή μπίτνικ. Ο McClure λάτρεψε τους στίχους του Μόρισον, αλλά τον εντυπωσίασαν περισσότερο τα ποιήματά του, και έτσι τον συμβούλεψε να συνεχίσει να εξασκεί το ταλέντο του.
Ο Μόρισον άρχισε να γράφει στην εφηβεία του. Στο κολέγιο, άρχισε να ενδιαφέρεται πολύ για το θέατρο και τον κινηματογράφο.
Παρότι ο Μόρισον ήταν πολύ γνωστός τραγουδιστής και στιχουργός, συνάντησε δυσκολίες όταν έψαχνε εκδότη για την ποίησή του. Εξέδωσε μόνος του δυο λεπτούς τόμους το 1969, τους “Κυρίους” και “Τα νέα πλάσματα”. Και τα δυο έργα ήταν αφιερωμένα στην Πάμελα Σούζαν (Κούρσον). Αυτά ήταν τα μόνα γραπτά του που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Ο Μόρισον συνάντησε τη σύντροφο της ζωής του, Πάμελα Κούρσον, πολύ πριν κερδίσει δόξα και χρήματα, κι εκείνη τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί περισσότερο με την ποίηση. Κατά καιρούς η Κούρσον χρησιμοποιούσε το επίθετο “Μόρισον” με τη φανερή συγκατάθεση του Τζιμ ή τουλάχιστον χωρίς εκείνος να νοιάζεται που το έκανε.
Η σχέση του Μόρισον και της Κούρσον ήταν θυελλώδης, με συχνούς τσακωμούς και περιόδους χωρισμού. Ο βιογράφος Ντάνυ Σάγκερμαν έχει υποθέσει ότι μέρος των δυσκολιών που είχαν μπορεί να προερχόταν από τη σύγκρουση ανάμεσα στο γεγονός ότι ήθελαν μια ελεύθερη σχέση και τις συνέπειες που είχε η ζωή σε μια τέτοια σχέση.
Το 1970, ο Μόρισον συμμετείχε σε μια κέλτικη νεοπαγανιστική τελετή αρραβώνα-γάμου (handfasting) με την συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας και κριτικό της ροκ Πατρίτσια Κένελυ, ενώπιον μαρτύρων. Ένας από τους μάρτυρες ήταν πρεσβυτεριανός πάστορας.Το ζευγάρι υπέγραψε ένα έγγραφο όπου δήλωναν ότι ήταν παντρεμένοι, όμως δεν έγινε κάποια από τις απαραίτητες δηλώσεις στην πολιτεία για να έχει ο γάμος νομική ισχύ. Η Κένελυ περιέγραψε τις εμπειρίες της με τον Μόρισον στην αυτοβιογραφία της “Παράξενες μέρες: Η ζωή μου με τον Τζιμ Μόρισον και χωρίς αυτόν”, και σε μια συνέντευξη που περιέχεται στο περιοδικό “Ροκ σύζυγοι”.
Ο Μόρισον έκανε συχνά σεξ με θαυμάστριες και είχε πολλές σύντομες σχέσεις με διασημότητες, όπως τη Νίκο, τραγουδίστρια των Velvet Underground. Για μια νύχτα ήταν με την Γκρέις Σλικ των Jefferson Airplane, και από καιρό σε καιρό με την Γκλόρια Στέιβερς, αρχισυντάκτρια του περιοδικού 16. Επίσης είχε μια συνάντηση με την Τζάνι Τζόπλιν, ενώ ήταν κι οι δυο μεθυσμένοι. Η Τζούντυ Χάντλστον αναπολεί τη σχέση της με τον Μόρισον στο βιβλίο της “Ζώντας και πεθαίνοντας με τον Τζιμ Μόρισον”. Τον καιρό του θανάτου του, εκκρεμούσαν 20 αγωγές πατρότητας εναντίον του, παρότι κανένας από τους ενάγοντες δεν διεκδίκησε μέρος της περιουσίας, και η μόνη περίπτωση όπου κάποιος δήλωσε δημόσια ότι ήταν παιδί του Μόρισον αποδείχτηκε απάτη.
Το 1971, ο Μόρισον μετακόμισε σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι μαζί με την Πάμελα Κούρσον, με σκοπό να αλλάξει ζωή και να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά. Του άρεσε η αρχιτεκτονική της πόλης και έκανε μεγάλους περιπάτους εκεί, όμως σύντομα υπέκυψε στους εθισμούς του.
Εκεί έκανε και την τελευταία του ηχογράφηση σε στούντιο με δυο Αμερικανούς μουσικούς του δρόμου. Ο Μάνζαρεκ απέρριψε αυτή την ηχογράφηση ως “ασυναρτησίες μεθυσμένων”. Ένα τραγούδι από αυτήν, το “Orange County Suite” ακούγεται στο bootleg “Lost Paris Tapes”.
Ο Μόρισον πέθανε στις 3 Ιουλίου του 1971, σε ηλικία 27 ετών. Η αιτία ήταν καρδιακή ανακοπή. Βρέθηκε νεκρός στη μπανιέρα του από την Κούρσον. Λόγω του ότι στο σώμα του δεν βρέθηκαν τραυματισμοί που να υποδεικνύουν είτε αυτοτραυματισμό/αυτοκτονία είτε εγκληματική ενέργεια, δεν πραγματοποιήθηκε αυτοψία από τον ιατροδικαστή. Ωστόσο, το ότι οι φανατικοί θαυμαστές του δεν είδαν το σώμα του και η απουσία αυτοψίας έδωσε λαβή για πολλές εικασίες σχετικά με την αιτία θανάτου.
Ο Ντάνυ Σάγκερμαν διηγείται ότι όταν η Κούρσον επέστρεψε στις ΗΠΑ, του είπε ότι ο Μόρισον είχε πεθάνει από υπερβολική δόση ηρωίνης, την οποία είχε εισπνεύσει νομίζοντας πως είναι κοκαΐνη. Ο Σάγκερμαν σημειώνει ότι η Κούρσον έδινε διαφορετικές εκδοχές του θανάτου κατά καιρούς, τη μια λέγοντας ότι εκείνη τον είχε σκοτώσει και την άλλη ότι ο θάνατός του ήταν λάθος της. Η ιστορία με την αθέλητη λήψη ηρωίνης υποστηρίζεται από τη διήγηση του Αλέν Ρονέ, που έκανε παρέα με το ζευγάρι στο Παρίσι. Ο Ρονέ είχε γράψει ότι ο Μόρισον πέθανε από αιμορραγία αφού εισέπνευσε ηρωίνη της Κούρσον κι ότι εκείνη άθελά της αποκοιμήθηκε, αφήνοντάς τον να πεθάνει αντί να καλέσει για ιατρική βοήθεια.
Επί σκηνής, άρχισε να προκαλεί τα συντηρητικά ήθη της Αμερικής, με συνεχόμενα μπαράζ βλασφημιών, από τις οποίες ξεχωριστή θέση είχαν οι διάφορες μιμήσεις της σεξουαλικής πράξης. Μπορεί η θεατρικότητα της σκηνικής του παρουσίας να προκαλούσε το παραλήρημα των πιστών οπαδών του, αλλά ταυτόχρονα τέθηκε στο στόχαστρο των αρχών και της αστυνομίας. Πολλές φορές συνελήφθη μετά από συναυλία για παραβίαση των χρηστών ηθών, ενώ κάποιες άλλες συναυλίες τους απαγορεύτηκαν για λόγους δημοσίας τάξεως. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1970 καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα έξι μηνών για έργω εξυβρίσει, επειδή είχε δείξει τα γεννητικά του όργανα στο κοινό, κατά τη διάρκεια συναυλίας των Doors στο Μαϊάμι την άνοιξη του 1969.
Τάφηκε στη «γωνιά των ποιητών» του ονομαστού παρισινού νεκροταφείου «Περ Λασέζ», κοντά στους Μπαλζάκ, Μολιέρο και Όσκαρ Ουάιλντ. Ωστόσο, η πραγματική αιτία θανάτου του είναι η καρδιακή ανακοπή που προκλήθηκε από την χρόνια εξάρτησή του από τα ναρκωτικά σε συνδυασμό με το άσθμα του. Στον τάφο του Τζιμ Μόρισον υπάρχει η ελληνική επιγραφή “Κατά τον δαίμονα εαυτού”.