Ο βραβευμένος με Όσκαρ Πίτερ Τζάκσον επιστρέφει με την ταινία ΧΟΜΠΙΤ: Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΣΤΡΑΤΩΝ, η οποία αποτελεί τοφινάλε της επικής τριλογίας, βασισμένης στο δημοφιλές αριστούργημα του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν, ΧΟΜΠΙΤ.
Με την ανάκτηση του Βασίλειου των Νάνων από τον δράκο Νοσφιστή, ο Μπίλμπο και οι δεκατρείς Νάνοι έχουν άθελά τους συμβάλλει στηνεξάπλωση μιας φονικής δύναμης. Ο εξοργισμένος Νοσφιστής επιτίθεται στους ανυπεράσπιστους κατοίκους της Λιμνούπολης. Παράλληλα, κυριευμένος από το πάθος του για πλούτο, ο Θόριν Δρύασπις βάζει τον θησαυρό πάνω από την τιμή και τους φίλους του.
Παραμονεύουν όμως μεγαλύτεροι κίνδυνοι, τους οποίους γνωρίζει μόνο ο Γκάνταλφ.. Ο μεγάλος εχθρός τους, Σάουρον, έχει στείλει λεγεώνες από Ορκς για να επιτεθούν στο Βουνό της Μοναξιάς. Η φυλή των Νάνων, τα Ξωτικά και οι Άνθρωποι πρέπει να αποφασίσουν είτενα ενώσουν τις δυνάμεις τους, είτε να καταστραφούν. Ο Μπίλμπο θα πρέπει να πολεμήσει τόσο για τη ζωή του, όσο και για των συντρόφων του, στην επική Μάχη των Πέντε Στρατών, καθώς το μέλλον της Μέσης Γης παραμένει αβέβαιο.
Η ταινία αποτελεί τον επικό επίλογο στις περιπέτειες των Μπίλμπο Μπάγκινς (Μάρτιν Φρίμαν), Θόριν Δρύασπι (Ρίτσαρντ Άρμιτατζ) και των Νάνων. Ο Ίαν ΜακΚέλεν επιστρέφει ως Γκάνταλφ και δίνει τη δική του μάχη μαζί με τους Εβάντζελιν Λίλι, Λουκ Έβανς, Λι Πέις,Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, Τζέιμς Νέσμπιτ, Κεν Σκοτ, Στίβεν Φράι. Το πλούσιο καστ πλαισιώνουν ακόμα οι Κέιτ Μπλάνσετ, Ίαν Χολμ,Κρίστοφερ Λι, Χιούγκο Γουίβινγκ και Ορλάντο Μπλουμ.
Από το 1995, ο Τζάκσον διερευνούσε το ενδεχόμενο της παραγωγής της τριλογίας του ΧΟΜΠΙΤ και, στη συνέχεια, την παραγωγή της τριλογίας του ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ. Επέλεξε όμως να ξεκινήσει από το τέλος της ιστορίας, από τη βραβευμένη με Όσκαρ τριλογία του ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ και ύστερα να παρουσιάσει, με την ίδια μαεστρία, την τριλογία του ΧΟΜΠΙΤ. “Όταν ξεκινήσαμε την παραγωγή των ταινιών της τριλογίας του ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ υπήρχε μεγάλη πίεση, γιατί ξεκινούσαμε ένα μεγάλο project χωρίς να έχουμε κάποια βάση. Μετά την τεράστια επιτυχία της πρώτης τριλογίας, συνειδητοποιήσαμε πως οι ταινίες αυτές είχαν καθιερωθεί πλέον ως ένα μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης κουλτούρας, κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των προσδοκιών του κοινού για τις ταινίες της τριλογίας του ΧΟΜΠΙΤ. Προσπάθησα να φτιάξω ταινίες που θα ήθελα να δω ο ίδιος, ως κινηματογραφόφιλος. Είναι πολύ ευχάριστο να παρουσιάζεις μια νέα γενιά ταινιών μιας πραγματικά συναρπαστικής μυθολογίας και να την καλωσορίζει ο κόσμος με τόσο ενθουσιασμό, γιατί και οι ίδιοι οι συντελεστές είμαστε μεγάλοι fans αυτών των ταινιών!”
Η Evangeline Lily στη μάχη σε νέα σκηνή απ’ το «Hobbit»
Ο Τζάκσον σημειώνει τη σημασία της ταινίας ΧΟΜΠΙΤ: Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΣΤΡΑΤΩΝ και την κρίσιμη σκηνή της Μάχης των Πέντε Στρατών, που αποτελεί τόσο το κλείσιμο του επικού κεφαλαίου της τριλογίας του ΧΟΜΠΙΤ, όσο και το ξεκίνημα της τριλογίας του ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ. “Πρόκειται για την πιο δυνατή ταινία της θρυλικής Μέσης Γης! Αυτή τη φορά υπάρχει πολλή αγωνία,ένταση, σύγκρουση μεταξύ των χαρακτήρων και τραγωδία. Όλα οδηγούν στη σκηνή της Μάχης των Πέντε Στρατών, η οποία θεωρώ πωςείναι η πιο έντονη και συναισθηματική από την τριλογία του ΧΟΜΠΙΤ και τιμάει κάθε χαρακτήρα με τον οποίο έχουμε ταξιδέψει μέχρι εδώ. Ελπίζουμε πως και οι έξι ταινίες των δύο τριλογιών θα γίνουν αντιληπτές ως ένα συνεχές, επικό κινηματογραφικό saga“.
“Δεν το πιστεύω πως το ταξίδι αυτό φτάνει στο τέλος του. Αποτέλεσε τεράστιο κεφάλαιο της ζωής μου. Ουσιαστικά, είναι όλη μου η ζωή“, δήλωσε ο ΜακΚέλεν εν όψει της ολοκλήρωσης των γυρισμάτων. “Είμαι λυπημένος που αυτή η εμπειρία τελειώνει. Είναι μεγάλο κατόρθωμαπου ολοκληρώθηκε η τελευταία ταινία της τριλογίας και είμαστε όλοι πολύ περήφανοι!”, παραδέχεται ο Έβανς. Από την άλλη, η Λίλι αισθάνεταιενθουσιασμένη και δεν μπορεί να περιμένει να δει την ταινία στους κινηματογράφους. “Ξέρω πως θα είναι η αγαπημένη μου από τις τρεις, γιατίσυνδέει την τριλογία του ΧΟΜΠΙΤ με αυτήν του ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ. Αισθάνομαι τόσο τυχερή που είχα την ευκαιρία να είμαιμέρος αυτού του καστ και μιας ταινίας που θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στην ιστορία του κινηματογράφου!”. Παράλληλα, ο Φρίμαναισθάνεται “στενοχωρημένος” και “ανακουφισμένος“. “Γίνομαι συναισθηματικός, αλλά ταυτόχρονα, νιώθω όμορφα όταν ολοκληρώνω κάποιοproject. Τα γυρίσματα αποτέλεσαν ένα μεγάλο κεφάλαιο της ζωής μας. Θα μιλάω για την τριλογία ακόμα και στα 90 μου!”. O Μπλουμσυμπληρώνει: “Είναι συγκινητικό να σκέφτομαι πως ξεκίνησα στα 23 μου στον ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ και τώρα είμαι 37! Ολοκληρώνοντας, αισθάνομαι πιο έμπειρος, πιο σοφός και ευγνώμων. Ο Λέγκολας είναι ο χαρακτήρας που με επηρέασε πιο πολύ και που βοήθησε τόσο την καριέρα μου. Λυπάμαι που ήρθε στο τέλος του όλο αυτό για πολλούς λόγους. Ήταν όμως τιμητικό για εμένα που μου ζητήθηκε να επιστρέψω ωςΛέγκολας και σε αυτήν την ταινία”.
Το καστ δηλώνει περισσότερο από ικανοποιημένο από τη δουλειά του σκηνοθέτη Πίτερ Τζάκσον και τις ξεχωριστές του ικανότητες. “Τομεγαλύτερο χάρισμα του Πίτερ είναι πως μπορεί να κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα, με ιδιαίτερη συγκέντρωση. Έτσι, γίνονται πιο εύκολες και οι συνδέσεις μεταξύ των δύο τριλογιών”, λέει ο Άρμιτατζ. “Με εντυπωσιάζει η ψυχραιμία του Πίτερ και το γεγονός πως μπορεί να έχει τρεις ταινίες στο μυαλό του και να κάνει πράγματα και για τις τρεις συγχρόνως. “Είναι πολύ δύσκολο να έχεις πολλά πράγματα στο μυαλό σου την ίδια στιγμή και θεωρώ πως αυτό είναι ένα χάρισμα που έχει”, συμπληρώνει ο Φρίμαν. “Το πιο δυνατό σημείο του Πίτερ είναι η ικανότητα του να χειρίζεται σύνθετες σκηνές χωρίς να του ξεφεύγει η λεπτομέρεια“, προσθέτει ο Έβανς. “Έχει μια ξεχωριστή ζωντάνια“, σύμφωνα με την Μπλάνσετ. Παράλληλα, ο Άντι Σέρκινς, συν-σκηνοθέτης ολόκληρης της τριλογίας και γνωστός ως “Γκόλουμ” στις τριλογίες τουΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ, χαρακτηρίζει τον Τζάκσον ως “ηγέτη” και “χαρισματικό δημιουργό ταινιών“. “Είναι ο πιο γενναιόδωρος άνθρωπος που έχω γνωρίσει και ο καλύτερος μέντορας που είχα ποτέ”, δηλώνει χαρακτηριστικά.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Ίαν ΜακΚέλεν αναλύει το χαρακτήρα του Γκάνταλφ και περιγράφει το σημαντικό ρόλο που παίζει στην τελευταία ταινία. Χαρακτηριστικά, λέει: “.ο Γκάνταλφ θεωρεί πως το μέλλον της Μέσης Γης απειλείται. Παραμένει ο προστάτης, ο παρατηρητής και ο συνδετικός κρίκος όλων. Είναι τιμή για εμένα το ότι υποδύομαι έναν ρόλο τέτοιας σημασίας που εκπροσωπεί ένα τόσο μεγάλο κομμάτι της ιστορίας και των δύο τριλογιών και θεωρώ πως είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί στην επαγγελματική μου σταδιοδρομία. ΟΓκάνταλφ είναι μια προσωπικότητα που υπάρχει πέρα από τα βιβλία και τις ταινίες. Αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη ιδέα και το γεγονός πως είμαι μέρος μια ταινίας που έχει ασκήσει τόσο μεγάλη επιρροή στο κοινό και στις μέλλουσες γενιές είναι παραπάνω από τιμητικό“. ΟΦρίμαν χαρακτηρίζει τον ΜακΚέλεν ως “.έναν πολύ ευχάριστο άνθρωπο με αξιοπρέπεια, χιούμορ και ταπεινοφροσύνη. Είναι έναςεξαιρετικός ηθοποιός τον οποίο εμπιστεύομαι. Η συνεργασία μου μαζί του ήταν από τα μεγαλύτερα highlights. Οτιδήποτε εμπλέκει τονΜακΚέλεν είναι ευχάριστο: ξέρει πώς να ακούει, πώς να δίνει ζωντάνια στις σκηνές και πώς να είναι μονίμως σε ετοιμότητα“, συνεχίζει. Παράλληλα, η Μπλάνσετ τον χαρακτηρίζει “λαμπερό, ταπεινό και απερίγραπτα αστείο ηθοποιό”.
Ο Γκάνταλφ δεν θα αντιμετωπίσει τον εχθρό Σάουρον μόνος του. Η φίλη, σύμμαχος του και Βασίλισσα των Ξωτικών, Γκαλάντριελ, την οποία υποδύεται η Μπλάνσετ, τηρεί την υπόσχεση της και του συμπαραστέκεται τώρα που χρειάζεται τη βοήθεια της όσο ποτέ. “Πρόκειται για μία από τις πιο “αιθέριες” ερμηνείες της Κέιτ, την οποία συμπαθώ πολύ, όχι μόνο ως Γκάνταλφ, αλλά και ως Ίαν“, αναφέρει ο ΜακΚέλεν. Ηκαταξιωμένη ηθοποιός σημειώνει πως η σύνδεση μεταξύ της Γκαλάντριελ και του Γκάνταλφ είναι από τις πιο ισχυρές στη Μέση Γη. “Αυτό που κάνει τον Γκάνταλφ έναν τόσο υπέροχο μυθικό ήρωα είναι πως θα κινηθεί στο σκοτάδι, κάτι που κανένας δεν είναι διατεθειμένος να κάνει όσο εκείνος, για να σώσει τον κόσμο. Όλοι οι χαρακτήρες δοκιμάζονται στην ταινία με κάποιο τρόπο, όχι μόνο ενάντια στις δυνάμεις του κακού, αλλά κι ενάντια στον ίδιο τους τον εαυτό“.
Όσον αφορά τον Μπίλμπο, ο Φρίμαν ισχυρίζεται πως υπάρχει, αναμφισβήτητα, εξέλιξη στο χαρακτήρα του. “Εξάλλου, θα ήταν βαρετό να παραμείνει ένα αθώο Χόμπιτ για πάντα. Σε αυτή την ταινία, μετατρέπεται σε ένα έμπειρο Χόμπιτ. Έχει ήδη αντιμετωπίσει τον Νοσφιστή, οπότε ημεγαλύτερη του πρόκληση είναι να διατηρήσει την ειρήνη και να αποτρέψει το ξέσπασμα μιας τεράστιας μάχης.” Ο Τζάκσον αναφέρει για τον Μπίλμπο πως “.είναι ήρεμη δύναμη, αφού επέζησε στη μάχη εναντίον του Νοσφιστή. Σε αυτήν την ταινία, αισθάνεται πως σταδιακά χάνει το φίλο του, αφού ο Θόριν έχει μαγευτεί πλήρως από το θησαυρό που έχει ανακαλύψει και μεταμορφώνεται, από έναν γενναίο, τίμιο ηγέτη και φίλο, σε έναν άπληστο εχθρό“. Ένας από τους λόγους που ξεχωρίζει η ταινία είναι τα βαθιά μηνύματα, κατά τον Φρίμαν. Αναφέρει για παράδειγμα, πως “καταρρίπτει στερεότυπα του Χόλιγουντ και μας δείχνει πως οι ηρωικοί χαρακτήρες δεν είναι μόνο όσοι έχουν μια μεγαλοπρεπή εξωτερική εμφάνιση. Υπάρχουν και ηρωικοί χαρακτήρες που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα μας με εσωτερική δύναμη, όπως ο Μπίλμπο“. Ακόμα, δηλώνει πως είναι πολύ περήφανος για τη συμμετοχή του στις ταινίες αυτές, οι οποίες έχουν αγγίξει το κοινό σε μεγάλο βαθμό. Ως προς την ερμηνεία του, ο Τζάκσον τον χαρακτηρίζει ως “αναντικατάστατο” και θεωρεί πως “μπαίνει κυριολεκτικά στο πετσί του ρόλου που υποδύεται“.
Ο Θόριν Δρύασπις, τον οποίο υποδύεται ο Άρμιτατζ, είναι αποφασισμένος να αποκαταστήσει το χαμένο Βασίλειο των Νάνων και βιώνει μια σκοτεινή εξέλιξη στο χαρακτήρα του. Όπως λέει ο Άρμιτατζ, “βιώνει την παράνοια, την απληστία και την αποξένωση από τους φίλους του από τη στιγμή που αγγίξει το χρυσό που τον δηλητηριάζει. Παρά τις προσπάθειες του Μπίλμπο και των Νάνων να τον βοηθήσουν, πρέπει να δώσει τη δική του εσωτερική μάχη. Είναι ένας χαρακτήρας με αρκετά ελαττώματα, που δεν διαθέτει την κρίση να αξιολογήσει τις αποφάσεις που λαμβάνει. Στο τέλος όμως, μας συγκινεί“. Όσο για την ταινία, ο ίδιος σχολιάζει πως “.είναι σίγουρα η πιο κρίσιμη στιγμή ολόκληρου του ταξιδιού για τους χαρακτήρες, αφού “τα πιόνια της σκακιέρας” έχουν ήδη ξεκινήσει να κινούνται. Το κοινό θα απολαύσει μιαμεγάλη δόση δράσης, ηρωισμού, αλλά και τραγωδίας“.
Εξέλιξη σημειώνει και ο Μπαρντ. Σύμφωνα με τον Έβανς, που τον υποδύεται, “.ο Μπαρντ γίνεται ο ηγέτης και ο ήρωας που τόσο καιρό αναζητούσαν οι κάτοικοι της Λιμνούπολης. Λαμβάνει αποφάσεις βασισμένος σε αυτά που πιστεύει και κάνει κάτι απίστευτα ηρωικό, που ούτε ο ίδιος δεν πίστευε πως μπορούσε να κάνει. Ανακαλύπτει, μέσα από τις εμπειρίες, τον εαυτό του. Δεν πολεμάει τον Νοσφιστή γιατί επιθυμεί τη δόξα, αλλά γιατί θέλει να προστατεύσει την οικογένεια του. Επομένως, για εκείνον, η Μάχη των Πέντε Στρατών είναι και προσωπικό ζήτημα“.
Η Λίλι αναλύει την εξέλιξη του δικού της χαρακτήρα, της Τόριελ, σημειώνοντας πως είναι πιο δυνατή από ποτέ στην τρίτη ταινία. “Επαναστάτησε κατά του Βασιλιά της στη δεύτερη ταινία και στην τελευταία είναι ακόμα πιο αποφασισμένη στον αγώνα της για δικαιοσύνη. Δεν θα υποκύψει στις επιθυμίες του Βασιλιά των Ξωτικών και θα συνεχίσει να πολεμάει για τα πιστεύω της και για το καλό όλων, ακόμα και αν αυτό βάζει τη ζωή της σε κίνδυνο. Είναι ευάλωτη, απίστευτα δυνατή και συναισθηματική. Στην ταινία, οδηγείται σε μίαεσωτερική μάχη με τον εαυτό της, η οποία θα την αλλάξει για πάντα“. Παράλληλα, ο Μπλουμ εξελίσσεται ως χαρακτήρας από τη στιγμή που αντιμετωπίζει ένα δίλημμα μεταξύ των καθηκόντων και του πάθους του για τη Μέση Γη. Υπάρχει μια μοναδική δυναμική μεταξύ του Θράντουιλ, του Λέγκολας και της Τόριελ. Ο Λέγκολας τρέφει συναισθήματα για την Τόριελ και θα πολεμήσει για εκείνη μέχρι το τέλος, αλλά και ο πατέρας του σημαίνει τα πάντα για εκείνον. Έτσι, και αυτός, δίνει μία εσωτερική μάχη με τον εαυτό του.
Οι Άρμιτατζ, Λίλι και Μπλάνσετ ταυτίζονται με τους χαρακτήρες που υποδύονται, ειδικά στο φινάλε της επικής τριλογίας. “Ο Θόρινέχει γεννηθεί ηγέτης. Βέβαια, στην ταινία φαίνονται και ελαττώματα του, όπως το ότι είναι υπερβολικά πεισματάρης και υπερβολικάφιλόδοξος. Ταυτίζομαι σίγουρα με τον χαρακτήρα που υποδύομαι. Είμαι κι εγώ ξεροκέφαλος αλλά παράλληλα και ανοιχτόμυαλος καιπροσπαθώ για το καλύτερο“, παραδέχεται ο Άρμιτατζ. Η Λίλι λατρεύει το χαρακτήρα της Τόριελ. “Στο μυαλό μου, η Τόριελ είναι τοχαρακτηριστικό παράδειγμα μιας ανεξάρτητης γυναίκας, η οποία εκπροσωπεί το πάθος, τη δύναμη αλλά και την ευαισθησία. Είναισκληρή και μπορεί να αποκεφαλίσει ένα Ορκ στη στιγμή αλλά είναι και συναισθηματική, γενναιόδωρη κι ευάλωτη. Έχω σίγουρα κοινά χαρακτηριστικά με την Τόριελ, όπως την παρορμητικότητα και το πάθος για δικαιοσύνη“. Η Μπλάνσετ παραδέχεται πως είναιευτυχισμένη που υποδύθηκε έναν χαρακτήρα που της άλλαξε, μεταφορικά και κυριολεκτικά, τη ζωή. “Θαυμάζω την Γκαλάντριελ. Παρόλο που ο ρόλος μου ήταν μικρός, είχα την ευκαιρία να δουλέψω με τόσους ταλαντούχους και αξιόλογους ανθρώπους“.
Ο Πέις, στο ρόλο του Θράντουιλ, οδηγεί το στρατό του στο Ντέιλ. “Ο Θράντουιλ γνωρίζει καλά τη μεγάλη απειλή του Σάουρον. Έχει όμως τους δικούς του στόχους, που τον ωθούν στο να λάβει μέρος στη Μάχη των Πέντε Στρατών. Υπάρχει κάτι στο Βουνό της Μοναξιάς που είναι πολύτιμο για εκείνον και θα ρισκάρει τις ζωές των Νάνων, των κατοίκων της Λιμνούπολης, ακόμα και των ίδιων των Ξωτικών, προκειμένου να το αποκτήσει. Είναι περίπλοκος χαρακτήρας, σοφός, αλλά με αδυναμίες. Εξόρισε την Τόριελ, την αρχηγό του στρατού του, λόγω της επαναστατικής της πράξης να βοηθήσει τους Νάνους, παρόλο που γνώριζε πως η ίδια είχε ερωτευτεί τον Νάνο Κίλι. ΟΘράντουιλ έχει βιώσει κι εκείνος το χωρισμό του από τον μεγάλο του έρωτα, τη γυναίκα του, κι έχει βιώσει αυτό που ζει τώρα η Τόριελπολεμώντας για τον Κίλι. Είναι ένας πολύ σκληρός και ψυχρός χαρακτήρας, αλλά σε αυτήν την ταινία καταλαβαίνει ο θεατής ποιός πραγματικά είναι“, περιγράφει ο Πέις για το χαρακτήρα του.
Ο Σάουρον, τον οποίο υποδύεται ο Κάμπερμπατς, έχει ήδη ξεκινήσει μια εκστρατεία με στόχο την εξάπλωση της σκοτεινής του κυριαρχίας σε όλη τη Μέση Γη. Η συν-σεναριογράφος και συμπαραγωγός Φραν Γουόλς, σημειώνει πως ο ηθοποιός εντυπωσίασε τους παραγωγούς όταν δέχτηκε να αναλάβει δύο ρόλους, του Νοσφιστή και του Σάουρον. “Ήταν καταπληκτικός. Μπόρεσε να δώσει δύο εντελώς διαφορετικές φωνές σε δύο χαρακτήρες που δεν ακούγονται καθόλου ίδιοι”. Ο Κάμπερμπατς περιγράφει τον Σάουρον ως πιο διαβολικό από τον Νοσφιστή. “Ο Σάουρον έχει μεγάλη δύναμη, αλλά είναι διεφθαρμένος και σίγουρα δεν έχει καλές προθέσεις. Είναικαταστρεπτικός, εγωιστής και μια δύναμη του κακού, αποφασισμένη να κυριαρχήσει τον κόσμο της Μέσης Γης“, περιγράφει.
Χαρακτηριστική για τους περισσότερους πρωταγωνιστές είναι η σκηνή της επικής μάχης στην οποία εστιάζεται η τρίτη ταινία, η οποία αποτέλεσε και τη μεγαλύτερη πρόκληση. “Βγάζει ένα διαφορετικό συναίσθημα από τις μάχες που έχουμε συναντήσει μέχρι σήμερα στις δύο τριλογίες. Οι διαφορετικές δυνάμεις που λαμβάνουν μέρος την καθιστούν αληθινά τρομακτική“, λέει ο Τζάκσον. Η συν-σεναριογράφος καισυμπαραγωγός Φιλίπα Μπόγιενς τονίζει πως και ο Τζάκσον έπαιξε το ρόλο του στρατηγού για να ενορχηστρώσει τη βίαιη αυτή μάχη. “Άφησε την φαντασία του ελεύθερη και κατάλαβε πως το κοινό δεν θα ενδιαφερθεί για την ίδια τη μάχη, αν δεν ενδιαφερθεί πρώτα για τους χαρακτήρες που συμμετέχουν σε αυτήν. Επικεντρωθήκαμε, επομένως, στο να προσδώσουμε μία αληθοφάνεια στις σκηνές της μάχης“, σημειώνει. Η σκηνή της μάχης θα μείνει στο μυαλό του καστ ως “η πιο απαιτητική“, όπως λέει Άρμιτατζ.
Η Νέα Ζηλανδία, όπου πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα, έχει ιδιαίτερη θέση στην καρδιά όλων. “Μου λείπουν οι άνθρωποι της Νέας Ζηλανδίας και η χαλαρή ατμόσφαιρα. Εκεί, δεν υπήρχαν παπαράτσι ή κάμερες. Χωρίς τη Νέα Ζηλανδία, δεν θα υπήρχαν οι ταινίες της Μέσης Γης!”, λέει ο Άρμιτατζ. Ο Έβανς σημειώνει πως κυριαρχεί μια “απίστευτη θετικότητα” στην κουλτούρα και τους κατοίκους της. ΗΛίλι συμπληρώνει πως “.είναι ένα μέρος όπου η οικογένεια, το ήθος και ο σεβασμός στη φύση παραμένουν προτεραιότητες μέχρι και σήμερα“. Η Μπόγιενς δεν μπορεί να φανταστεί να γυρίζονταν κάπου αλλού οι ταινίες. “.Όχι μόνο για τα υπέροχα τοπία της, αλλά και για το τόσο πόσο ζεστά καλωσόρισαν αυτές τις ταινίες οι κάτοικοι της περιοχής”, αναφέρει.
Στο κομμάτι του ήχου, οι sound designers Ντέιβιντ Φάρμερ και Ντέιβ Γουάιτχεντ δημιούργησαν, με αφοσίωση, ξεχωριστούς ήχους για τον κάθε χαρακτήρα. “Οι ταινίες της Μέσης Γης είναι ηχητικά πλούσιες, γεμάτες και δεν περιέχουν συνθετικούς ήχους”, όπως λέει οΦάρμερ. Η ομάδα ήχου που περιλαμβάνει τους Μπρεντ Μπερτζ και Τζέισον Κανόβας συνεργάστηκε με τον Τζάκσον με στόχο την ισορροπία μεταξύ διαλόγου και εικόνας, ηχητικών εφέ, ατμόσφαιρας και της μουσικής της ταινίας. Ο συνθέτης Χάουαρντ Σορ, τον οποίο ακούει ο Τζάκσον τα τελευταία 14 χρόνια, όπως λέει, ήταν εκείνος που συμπλήρωσε το παζλ της ομάδας ήχου της ταινίας με τη μουσική του.
Ο Τζάκσον και οι συνεργάτες του ήθελαν να αποχαιρετήσουν το κοινό με ένα τραγούδι τέλους που θα εξέφραζε τα περίπλοκα συναισθήματα τους εν όψει του επιλόγου του επικού ταξιδιού τους. Στο αποχαιρετιστήριο τραγούδι, τη φωνή του δάνεισε ο αξέχαστος Μπίλι Μπόιντ, ο οποίος υποδύθηκε το Χόμπιτ Πίπιν στην τριλογία του ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ. “Ήθελα το τελευταίο τραγούδι να είναι αποχαιρετιστήριο για όλους τους fans που μας συνόδεψαν σε όλο αυτό το ταξίδι μέχρι το τέλος, αλλά και για όλο τον κόσμο του Τόλκινκαι της Μέσης Γης“, δηλώνει ο Μπόιντ. “Αισθάνθηκα πολύ συγκινημένος που μου ζητήθηκε να γράψω και να τραγουδήσω το τραγούδι που σημαδεύει το τέλος αυτών των τόσο όμορφων και ιστορικών αναμνήσεων“.
Το ΧΟΜΠΙΤ: Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΣΤΡΑΤΩΝ πρόκειται για μία από τις καλύτερες ταινίες φαντασίας. Η Μπόγιενς μας εκμυστηρεύεται πως η ταινία θα είναι γεμάτη εκπλήξεις και μας προετοιμάζει πως ενδέχεται να χρειαστούμε ακόμα και. χαρτομάντιλα! Η Μάχη των Πέντε Στρατών είναι μια μάχη μεγαλύτερης δυναμικής από τη Μάχη της Γκόντορ στο Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ: Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ. Ο υπεύθυνος ειδικών εφέ, Τζο Λέτερι, ισχυρίζεται πως στο Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ: Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ χρησιμοποιήθηκαν 1.850 ψηφιακές λήψεις, στο HOBBIT: ΕΝΑ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟ ΤΑΞΙΔΙ 2.176 ψηφιακές λήψεις, ενώ στο επικό φινάλε της τριλογίας του ΧΟΜΠΙΤ, οι ψηφιακές λήψεις θα είναι ακόμα περισσότερες!
Κλείνοντας, ο Τζάκσον περιγράφει: “Σκεπτόμενος τα 16 χρόνια που περάσαμε ανακαλύπτοντας τον κόσμο της Μέσης Γης, για πρώτη φορά αισθάνομαι πως κάτι έχει έρθει στο τέλος του. Είναι ο τελευταίος δρόμος, όπως λέει και ο Μπίλμπο στον Γκάνταλφ. Παραδίδουμε τη σκυτάλη στο κοινό για το οποίο δημιουργήσαμε αυτές τις ταινίες. Η ευχή μου είναι οι ταινίες μου να αποτελέσουν έμπνευση για τη νέα γενιά, στη δημιουργία νέων ταινιών και στην αξιοποίηση της φαντασίας και δημιουργικότητας της στον ύψιστο βαθμό. Το καστ, είναι ο λόγος που το κοινό μπορεί και ταυτίζεται με τους χαρακτήρες. Το κάθε μέλος του καστ έχει εντοπίσει μια αλήθεια στους χαρακτήρες που υποδύεται, κι αυτό ήταν το πιο σημαντικό. Ευτυχώς, όλα τα μέλη του καστ είναι εξαιρετικά ταλαντούχα και το πέτυχαν”.
Δείτε επίσης:
Μια ειλικρινή ματιά στο The Hobbit: The Desolation of A Smaug!
Πανικός! Απειλούνται τα σινεμά που θα προβάλουν το «Interview» με χτύπημα 11ης Σεπτεμβρίου