Home FREE «Όταν περνούν οι γερανοί» του Μιχαήλ Καλατόζοφ

«Όταν περνούν οι γερανοί» του Μιχαήλ Καλατόζοφ

0
346

Το Σάββατο 9 Μαΐου 2015 συμπληρώνονται 70 χρόνια από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και Κινηματογραφική Λέσχη της Λέσχης «Δρόμοι Φιλίας και Πολιτισμού» για να τιμήσει αυτή την επέτειο θα προβάλει ένα από τα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου την ταινία «Όταν περνούν οι γερανοί» (1957) του Μιχαήλ Καλατόζοφ με ελεύθερη είσοδο και -όπως συνηθίζει- με συζήτηση μετά.

Την ταινία θα προλογίσει Ο Γιάννης Καραμπίτσος (σκηνοθέτης, μοντέρ και κριτικός κινηματογράφου) που θα συντονίσει και τη συζήτηση μετά το τέλος της προβολής με τους παρευρισκόμενους.

Την (ανοιχτή) οργανωτική ομάδα της κινηματογραφικής λέσχης αποτελούν οι Γιάννης Ζήβας, Δημήτρης Ζεβόλης και Γιάννης Καραμπίτσος)

«Όταν περνούν οι γερανοί» (1957) του Μιχαήλ Καλατόζοφ Σάββατο 9.5.2015, 20.15, Λέσχη Δρόμοι Φιλίας και Πολιτισμού (Φερών 3, Πλατεία Βικτωρίας).

Η ταινία κέρδισε Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες και τιμητική διάκριση για την Τατιάνα Σαμοΐλοβα.

Υπόθεση:

Βρισκόμαστε στο Β` Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Βερόνικα και ο αγαπημένος της Μπόρις ζούνε στιγμές ευτυχίας. Πάνω τους πετούν οι γερανοί συμπληρώνοντας ειδυλλιακά το ερωτικό σκηνικό της ευτυχίας. Ένα ζευγάρι που ο πόλεμος, σκληρός, απάνθρωπος και αδιάφορος για κάθε τι ωραίο, το χωρίζει. Οι Γερμανοί εισβάλλουν και κηρύσσεται γενική επιστράτευση. Παρά τη θέληση όλης της οικογένειάς του και της Βερόνικα, ο Μπόρις κατατάσσεται εθελοντής και φεύγει για το μέτωπο. Μετά από ένα τρομερό βομβαρδισμό, η Βερόνικα χάνει τους δικούς της και καταφεύγει στην οικογένεια του Μπόρις. Ο αδερφός του όμως …………

Περισσότερα για την Ταινία

Πρόκειται για το ασπρόμαυρο σοβιετικό αριστούργημα γυρισμένο το 1957, πάνω στο ανατρεπτικό για τα κινηματογραφικά δεδομένα της εποχής, σενάριο του Βίκτωρ Ροζόβ. Λυρικό αλλά ταυτόχρονα και σκληρό δοκίμιο πάνω στα αιώνια θέματα της ζωής αλλά και του κινηματογράφου: ο έρωτας, ο χωρισμός, το καθήκον, η πατρίδα, η προσωπική αγωνία, ο θάνατος, η αθανασία, η ελπίδα, η απελπισία, η πίστη και η προσδοκία. Μια ταινία που έδειξε με συγκινητικό τρόπο τον αντίκτυπο του πολέμου πάνω στους απλούς πολίτες. Η ελπίδα και ο χαμός των αγαπημένων προσώπων και τα βάσανα του απλού πολίτη μπαίνουν στο κινηματογραφικό παιχνίδι και το αποτέλεσμα ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του σοβιετικού σινεμά. Ο Καλατόζοφ παραδίδει μαθήματα σκηνοθεσίας μαζί με τον θαυμάσιο οπερατέρ του Σεργκέι Ουρουσέφσκι και τις φωτογραφικές λήψεις του, επινοώντας ευρηματικές γωνίες λήψης και δημιουργώντας εκπληκτικά πλάνα, χωρίς τη χρήση οπτικών εφέ για εύκολο εντυπωσιασμό. Όλη η συγκίνηση αιχμαλωτίζεται στο φακό μέσα από την εύθραυστη ερμηνεία της πανέμορφης Τατιάνα Σαμοΐλοβα που ενσάρκωσε ευαίσθητα την ηρωίδα και κέρδισε τα δάκρυα εκατομμυρίων θεατών.

Ένα ερωτικό – αντιπολεμικό ποίημα, που έκανε εκατομμύρια μάτια να δακρύσουν. Και σήμερα, μετά από 68 χρόνια η ιστορία της Βερόνικα, της κάθε απλής Βερόνικα, συγκινεί το ίδιο, αυτή η απλή αλλά υπέροχη ιστορία αγάπης μας πλημμυρίζει από θλίψη, αλλά μας δίνει και κουράγιο. Μας στέλνει ένα αισιόδοξο μήνυμα μέσα από τις εκθαμβωτικά λυρικές σκηνές: Μας λέει: μην ανησυχείτε, ο έρωτας δεν πέθανε, ο μοναδικός, ο ανεπανάληπτος, ο αθώος, ο άδολος έρωτας ζει και θα ζει, θα αντέχει για πάντα. Θα ανθίζει εκεί που υπάρχουν άνθρωποι, που βλέπουν τα πουλιά να πετούν και συγκινούνται.Η ταινία είχε τεράστια απήχηση και στη δύση, κερδίζοντας το Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Κανών το 1958.

Ήταν η ταινία που αποκρυστάλλωσε το «λιώσιμο των πάγων» στην Ρωσία, μετά το 2Οο Συνέδριο. Στην Δύση την αποδέχτηκαν με ενθουσιασμό και τεράστια κοσμοσυρροή.

Μια εκπληκτική, ποιητική, ρωσική ταινία, που είναι από τις πρώτες που αμφισβητούν το σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Εκπληκτικές, εξπρεσιονιστικές λήψεις, σπουδαία φωτογραφία, κορυφαίοι ρόλοι με τη Σαμοΐλοβα να ξεχωρίζει. Σκληρή κριτική αλλά και αγάπη για την πατρίδα και φυσικά ύμνος στον πραγματικό έρωτα.

Ο κριτικός κινηματογράφου Ρίτσαρντ Πάνια γράφει για την ταινία :

«Στα τελευταία χρόνια του Στάλιν και του σταλινισμού ο σοβιετικός κινηματογράφος είχε πραγματικά εξαφανιστεί. Η συνεχιζόμενη οικονομική εξαθλίωση που προκλήθηκε από τον πόλεμο καθώς και ο γενικός φόβος που κυριαρχούσε στην καθημερινή ζωή ανάγκασαν τα κάποτε σπουδαία σοβιετικά στούντιο να κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953, άρχισε σιγά-σιγά να ξεπροβάλλει ένας αναγεννημένος σοβιετικός κινηματογράφος. Η ταινία που έγινε σύμβολο αυτής της αναγέννησης είναι το Όταν Περνούν οι Γερανοί του Μιχαήλ Καλατόζοφ . Φαινομενικά, είναι ένα πολεμικό ρομάντζο (ντυμένο τον μανδύα της αντιπολεμικής ταινίας θα προσθέταμε εμείς) που κάνει λόγο για δύο εραστές, τον Μπόρις και τη Βερόνικα, οι οποίοι χωρίζουν λίγο μετά την έναρξη του πολέμου. Όμως, η ταινία αψήφησε όλα τα κλισέ του είδους (εξ ου καταρχάς και ο χαρακτηρισμός της ως αντιπολεμική). Αντί να εξυμνεί τις ένδοξες νίκες του Κόκκινου Στρατού, επικεντρώνεται σε κάποιες από τις σκοτεινότερες στιγμές του πολέμου, όταν η ικανότατη και τρομερή γερμανική μηχανή κατατρόπωνε εύκολα τον κακά οργανωμένο και φτωχά εξοπλισμένο (αν και ηρωικό) ρωσικό στρατό.

Στο μέτωπο κυριαρχούν η απόγνωση και η αίσθηση του επικείμενου θανάτου. Ωστόσο, οι Σοβιετικοί θεατές αγάπησαν αυτήν τη μελέτη των πολεμικών εμπειριών τους. Πιθανότατα είχαν κουραστεί από την προπαγάνδα και γνώριζαν καλά ότι στην πραγματικότητα ο πόλεμος είχε αναδείξει λίγους ήρωες. Ο Μπατάλοφ και η Σαμοΐλοβα είναι υπέροχοι, σέξι και γλυκύτατοι ως νεαρό ζευγάρι. Όμως αληθινός σταρ της ταινίας είναι ο διευθυντής φωτογραφίας Σεργκέι Ουρουζένσκι. Με τα συγκλονιστικά πλάνα του με γερανό ή με κινητή κάμερα ο Ουρουζένσκι (ο οποίος είχε δουλέψει με τον Ντοβζένκο στο θαυμάσιο πολεμικό ντοκιμαντέρ Η Μάχη της Ουκρανίας) δίνει την αίσθηση ενός κόσμου που είχε χάσει τα στηρίγματά του ή οποιοδήποτε άλλο σταθερό σημείο αναφοράς, ηθικό, πολιτικό κτλ. Αργότερα ο Ουρουζένσκι δημιούργησε με τον Καλατόζοφ το Είμαι η Κούβα (1964). Όμως, αν εκείνη η ταινία φαίνεται σε κάποιους υπερβολικά μπαρόκ, το Όταν Περνούν οι Γερανοί δεν χρησιμοποιεί οπτικά εφέ για εντυπωσιασμό. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ήταν η πρώτη σοβιετική ταινία του Ψυχρού Πολέμου, που προβλήθηκε ευρέως στις Ηνωμένες

Πολιτείες».

 

10 λόγοι για να μην χάσετε την ταινία είναι οι ακόλουθοι:

Για την εκπληκτική, τεφρόχρωμη φωτογραφία της

Για τη συγκλονιστική κίνηση της ποίησης (αυτό που λέει το αμερικανικό τραγούδι poetry in motion)

Για την υποκριτική μονομαχία Τατιάνας Σαμοΐλοβα και Αλεξέι Μπατάλαφ. Είναι συγκλονιστικοί και οι δυο τους.

Για τα λειτουργικά πλάγια καδραρίσματα

Για τη δυναμική αξιοποίηση του εξπρεσιονισμού

Για την έξυπνη ανατροπή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού

Για την αιώνια αναμονή. Αυτό που αγάπησες πάντα το περιμένεις, το προσδοκάς.

Για την καταγγελία των στρεβλώσεων του υπαρκτού σοσιαλισμού

Για τη δυναμική ενός θεατρικού έργου που γίνεται έξοχη ταινία χάρις στα ντεκουπάζ και τη γεωγραφία των κάδρων.

Για τους γερανούς που λειτουργούν ως ένα πολύπλοκο σύμβολο ταυτόχρονα φυγής, αναμονής, προσδοκίας και έλευσης.

Ένα Χρόνο πριν η Τατιάνα Σαμοΐλοβα έφυγε από κοντά μας

Ανήμερα των 80ών γενεθλίων της (4/5/14) έφυγε από τη ζωή η σταρ του σοβιετικού κινηματογράφου Τατιάνα Σαμοΐλοβα . Η Τατιάνα Σαμοΐλοβα, κόρη του σοβιετικού ηθοποιού Εβγκένι Σαμοΐλοφ, γεννήθηκε το 1934 στο Λένινγκραντ και σπούδασε αρχικά μπαλέτο και στη συνέχεια στο θέατρο Stanislavsky και Nemirovich-Danchenko στη Μόσχα. Το 1953 γράφτηκε στο Ινστιτούτο Θεάτρου Boris Shchukin, όπου σπούδασε ηθοποιία για τρία χρόνια, προτού πάρει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην βραβευμένη ταινία του Μιχαήλ Καλατόζοφ «Όταν περνούν οι Γερανοί» όπου και τιμήθηκε με το βραβείο της «Πιο σεμνής και Χαριτωμένης Ηθοποιού». Μετά την επιτυχία αυτή, η Σαμοΐλοβα εντάσσεται στο δυναμικό του θεάτρου Μαγιακόφσκι της Μόσχας και στη συνέχεια του θιάσου του θεάτρου Βαχτάνγκοφ. Το 1967 πραγματοποίησε μια επιτυχημένη περιοδεία ενσαρκώνοντας την Άννα Καρένινα, στη θεατρική μεταφορά του ομώνυμου δράματος του Λέοντος Τολστόι από τον Αλεξάντρ Ζάρχι. Συμμετείχε συνολικά σε περίπου είκοσι ταινίες. Το 1990, ήταν η επίτιμη προσκεκλημένη του 43ου Φεστιβάλ των Καννών.Το 1993 ονομάστηκε Εθνική Καλλιτέχνις της Ρωσίας, που είναι ένας από τους υψηλότερους κρατικούς