Home NEWS Σαν σήμερα γεννήθηκε ο μεγαλύτερος Κολομβιανός συγγραφέας, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο μεγαλύτερος Κολομβιανός συγγραφέας, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες

0
377

Σήμερα κλείνουν 91 χρόνια από τη γέννηση του μεγαλύτερου Κολομβιανού “ιερέα” της ισπανόφωνης λογοτεχνίας, του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (Gabriel García Márquez), ο οποίος ήταν δημοσιογράφος και σεναριογράφος. Το σημερινό doodle της Google είναι αφιερωμένο σε αυτόν!

 

 

 

gabriel-garcia-marquezs-91st-birthday-5046026191765504-2xa.gif

 

 

 

Από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους του 20ου αιώνα και ίσως ο σπουδαιότερος συγγραφέας της ισπανόφωνης λογοτεχνίας μετά τον Θερβάντες. Από τους κριτικούς εντάσσεται στο λογοτεχνικό ρεύμα του μαγικού ρεαλισμού. Το 1982 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το αριστούργημά του «Εκατό χρόνια μοναξιάς».

 

 

433921d1-eb82-47bf-abff-e7249706484f.jpg

 

 

Η ανάγνωση της «Μεταμόρφωσης» του Κάφκα ήταν ένα γεγονός που επηρέασε πολύ τη συγγραφική εξέλιξη του Μάρκες, σύμφωνα τουλάχιστον με τον βιογράφο του Σαλβαντόρ Ντάσσο, ο οποίος γράφει στη σελίδα 209 της βιογραφίας του: …η συνάντηση αυτή έμελλε να τον αφήσει κυριολεκτικά άναυδο και ν’ αλλάξει τη μοίρα του συγγραφικού του πεπρωμένου, ακόμα και να καθορίσει τον μελλοντικό προσανατολισμό της φαντασίας του.

 

 

Επηρεασμένος από τον μεγάλο Γερμανό συγγραφέα θα γράψει το πρώτο διήγημα που θα δημοσιευτεί σε εφημερίδα, χαρίζοντάς του τον τίτλο του πολλά υποσχόμενου συγγραφέα. Το διήγημα το ονόμασε Η τρίτη παραίτηση και είναι η ιστορία ενός αγοριού που πεθαίνει στα 7 του χρόνια αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται σε μια κατάσταση νεκροζώντανου (από όπου μπορεί να παρακολουθεί τα πάντα, χωρίς όμως να συμμετέχει) για τα επόμενα 18 χρόνια.

 

 

Το διήγημα δημοσιεύτηκε στην άλλη μεγάλη εφημερίδα της Μπογκοτά, την Ελ Εσπεκταδόρ(D/R), (El Espectador), στο λογοτεχνικό ένθετό της, στις 15 Σεπτεμβρίου του 1947. Ενθαρρυμένος από την αποδοχή που συνάντησε, θα γράψει και θα δημοσιεύσει στην ίδια εφημερίδα, στις 25 Οκτωβρίου του 1947 το διήγημα Η Εύα  βρίσκεται μέσα στο γάτο της. 

 

 

 

Στις 17 Ιανουαρίου του 1948 δημοσίευσε και το τρίτο του διήγημα Ο Τουμπάλ Κάιν πλάθει ένα αστέρι. Ωστόσο, πολλά χρόνια αργότερα στην αυτοβιογραφία του, όταν ο Μάρκες τα ξαναθυμάται δεν τα θεωρεί αξιόλογα: μου φάνηκαν ανακόλουθα και αόριστα, και κάποια παράλογα, και κανένα δεν βασιζόταν σε αληθινά συναισθήματα’.Την περίοδο των πρώτων διηγημάτων, ο Μάρκες προσπαθεί να κατακτήσει τη τέχνη του γραψίματος ιστοριών: Ήθελα συγκεκριμένα, να μάθω να δημιουργώ αληθοφανή και ταυτόχρονα φανταστική πλοκή, χωρίς ρωγμές’. Γι αυτό το σκοπό μελετά τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή, το «Πέλμα της Μαϊμούς» του W. W. Jacobs(D/R) – που το θεωρεί το τέλειο διήγημα-, τη «Χοντρομπαλού» του Γκι ντε Μοπασάν και δεκάδες άλλα.

 

 

613551_marquez-2.jpg

 

 

Γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου του 1927 στην πόλη Αρακατάκα της Κολομβίας. Ήταν γιος του φαρμακοποιού Γκαμπριέλ Γκαρσία και της Λουίζα Μάρκες, κόρης στρατιωτικού. Ο μικρός Γκάμπο, όπως ήταν το χαϊδευτικό του, μεγάλωσε με τον παππού του, τον συνταγματάρχη Νικολάς Ρικάρντο Μάρκες και τη γιαγιά του Τρανκιλίνα έως τα δέκα του χρόνια, ακούγοντας τις ιστορίες της γιαγιάς του για φαντάσματα και τις ατέλειωτες διηγήσεις του παππού του για τους εμφύλιους πολέμους, ιστορίες που αποτελούν το υλικό των μετέπειτα μυθιστορημάτων του.

 

 

 

Τον πατέρα του τον γνώρισε για πρώτη φορά στα επτά του χρόνια, επειδή ο παππούς δεν τον ήθελε για γαμπρό του, και δεν μπόρεσε ποτέ να κερδίσει μία θέση στην καρδιά του. Αυτή τη θέση την είχε καταλάβει για πάντα ο παππούς Νικολάς. «Ο παππούς ήταν η πιο σημαντική μορφή στη ζωή μου. Από τότε που πέθανε δεν μου έχει συμβεί τίποτε το ενδιαφέρον και ως και σήμερα οι χαρές της ζωής μένουν ανολοκλήρωτες απλώς και μόνο επειδή δεν τις ξέρει ο παππούς» είπε σε μία συνέντευξή του ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, που αποτύπωσε την κωμικοτραγική ιστορία των σχέσεων του πατέρα του με τον παππού του στο μυθιστόρημα «Ο Έρωτας στα χρόνια στα χρόνια της χολέρας» (1985).

 

 

 

Ο μικρός Γκάμπο έμαθε να διαβάζει στα οκτώ του χρόνια κι επειδή εκείνη την εποχή η οικογένειά του αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και ο ίδιος τα κατάφερνε εξαιρετικά στο σχέδιο, κέρδισε τα πρώτα του χρήματα στα 11 χρόνια του, ζωγραφίζοντας επιγραφές για τον ιδιοκτήτη ενός γειτονικού καταστήματος. Το 1947 τελείωσε το σχολείο κι έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Μπογκοτά για να σπουδάσει νομικά. Τον επόμενο χρόνο, η Κολομβία ήταν ένα καζάνι που βράζει και οι πολιτικές ταραχές τον ανάγκασαν να μετακομίσει στο Πανεπιστήμιο της Καρθαγένης. Παράλληλα, άρχισε να γράφει και τις πρώτες ιστορίες του. Χρειαζόταν, όμως, να εξασφαλίσει και την επιβίωσή του κι έτσι συνεργάστηκε με διάφορες εφημερίδες ως δημοσιογράφος. Το 1954 εγκαταστάθηκε στην Μπογκοτά, όπου κέρδισε βραβείο για το έργο του «Μια μέρα μετά το Σάββατο», και δημοσίευσε τα «Ανεμοσκορπίσματα». Το 1955 η εφημερίδα του τον έστειλε στην Ευρώπη, αλλά έκλεισε αμέσως με απόφαση της κολομβιανής κυβέρνησης, και ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες πέρασε τα επόμενα τρία χρόνια στην Ευρώπη, όπου είδε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής.

 

 

 

Το 1958 παντρεύτηκε τη φαρμακοποιό Μερσέδες Μπάρτσα Πάρδο, με την οποία απέκτησε δύο γιους. Με την αρχή της κουβανικής επανάστασης το 1959, που χαιρετίστηκε θερμά από τη λατινοαμερικάνικη διανόηση, έφυγε για να εργαστεί στην Αβάνα κι επέστρεψε ξανά στην Κολομβία το 1961, όπου δημοσίευσε το μυθιστόρημά του «Ο Συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει». Την ίδια χρονιά εγκαθίσταται με την οικογένειά του στο Μεξικό, όπου θα περάσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, και εργάζεται ως δημοσιογράφος και σεναριογράφος.

 

 

markes2-thumb-large.jpg

 

 

Το 1965 αρχίζει να γράφει το αριστούργημά του «Εκατό χρόνια μοναξιά», που θα κυκλοφορήσει το 1967 και θα του χαρίσει την παγκόσμια αναγνώριση. Το μυθιστόρημα αυτό αποτελεί το χρονικό ενός φανταστικού χωριού, του Μακόντο, χτισμένου στις όχθες ενός ποταμού, κάπου στα βόρεια παράλια της Κολομβίας. Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες διηγείται με χιούμορ, γλαφυρότητα και χειμαρρώδη πρόζα την καθημερινή ζωή αυτής της θαυμαστής χώρας των αντιθέσεων και περιγράφει επεισόδια και καταστάσεις βγαλμένες από την καυτή πραγματικότητα της Κολομβίας. Η παράθεση φανταστικών στοιχείων, που εντάσσονται σε μια ρεαλιστική ατμόσφαιρα για να μας δώσουν μία βαθύτερη αντίληψη της πραγματικότητας, του χάρισαν τον χαρακτηρισμό του «πατριάρχη του μαγικού ρεαλισμού».

 

 

 

Στους 14 μήνες που χρειάστηκαν για να ολοκληρώσει τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς» η οικογένεια Μάρκες πέρασε στιγμές απόλυτης ένδειας, βγάζοντας στο σφυρί σχεδόν τα πάντα, ακόμη και το πιστολάκι για τα μαλλιά. Άξιζε τον κόπο, θα λέγαμε, καθώς μέσα σε μία νύχτα άλλαξε τη ζωή του συγγραφέα και της οικογένειάς του. Από τη στιγμή της έκδοσής του γνώρισε κριτική αποδοχή και μεγάλη εμπορική επιτυχία. Οι πωλήσεις του βιβλίου έχουν ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια αντίτυπα μέχρι σήμερα.

 

 

 

Με τα επόμενα έργα του, οι αναγνώστες του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες αυξήθηκαν κατακόρυφα, καθιστώντας τον έναν από τους πιο πολυδιαβασμένους λογοτέχνες του κόσμου. Το 1972 κυκλοφορεί το μυθιστόρημα «Η απίστευτη και θλιβερή ιστορία της αθώας Ερέντιρας και της σατανικής γιαγιάς της» στο ύφος του «Εκατό χρόνια μοναξιά», το 1975 «Το Φθινόπωρο του Πατριάρχη», το μπαρόκ πορτρέτο ενός Νοτιοαμεριανού δικτάτορα, που οδηγείται στην αγιάτρευτη μοναξιά από την άσκηση της απόλυτης εξουσίας και το 1982 «Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου», που το εμπνεύστηκε από την πραγματική ιστορία ενός εγκλήματος. Την ίδια χρονιά τιμάται με το Νόμπελ Λογοτεχνίας «για τα μυθιστορήματα και τα διηγήματά του, στα οποία το φανταστικό και το πραγματικό συνδυάζονται σ’ έναν πλούσιο κόσμο φαντασίας, αντανακλώντας τη ζωή και τις συγκρούσεις μιας ηπείρου», όπως αναφέρεται στο σκεπτικό της επιτροπής.

 

 

 

Το 1999 διαγνώστηκε με καρκίνο στους λεμφαδένες. Στη διάρκεια της θεραπείας του πήρε την απόφαση να συντάξει την αυτοβιογραφία του, η οποία κυκλοφόρησε το 2002 με τίτλο «Ζω για να τη διηγούμαι». Δύο χρόνια αργότερα εξέδωσε το τελευταίο του έργο, τη νουβέλα «Θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου», με ήρωα ένα 90χρονο δημοσιογράφο, που ερωτεύεται ανήμερα των γενεθλίων του μία νεαρή παρθένα, η οποία εκπορνεύεται για να συντηρήσει τη φτωχή οικογένεια της. Από εκείνη τη χρονιά οι εμφανίσεις του αραιώνουν σημαντικά. Το 2012 ο αδελφός του Χάιμε αποκαλύπτει ότι ο Γκάμπο πάσχει από τη νόσο του Αλτσχάιμερ.

 

Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες πέθανε στις 17 Απριλίου του 2014, στην Πόλη του Μεξικού, σε ηλικία 87 ετών.

 

 

 

gabriel-garcia-marquez-e1362600390658.jpg