Home SHOWBIZ Η Ελεονώρα Μελέτη εξομολογείται το συνταρακτικό γεγονός που την έκανε άθεη!

Η Ελεονώρα Μελέτη εξομολογείται το συνταρακτικό γεγονός που την έκανε άθεη!

0
953

Όπως εξομολογείται η παρουσιάστρια στο bolg της στο queen.gr, η γνωριμία της με ένα 14χρονο ετοιμοθάνατο αγόρι, χτυπημένο από την επάρατο, τη συντάραξε τόσο που έπαψε να πιστεύει!

 Η ίδια έγραψε:

«Θυμάμαι πάντα τον εαυτό μου πριν πάει για ύπνο να λέω μία μικρή προσευχή που μας είχαν μάθει στο σχολείο. Στο γυμνάσιο ένιωθα ανακούφιση κάθε φορά που έκανα εξομολόγηση των αμαρτιών μου στον πατέρα Μεθόδιο, επικαλούμην πάντα τη βοήθεια της Παναγίας, ενώ πέρασα πολλές Σαρακοστές με πλήρη νηστεία. Έχω πάει γονατιστή στην Παναγιά της Τήνου, πέντε φορές , ενώ ως υπέρτατη απόδειξη της πίστης μου, πριν μερικά χρόνια έκανα τατουάζ στον σβέρκο μου το σύμβολο του Σταυρού.

Μέχρις ότου, μία μέρα, κλονίστηκα. Θυμάμαι ήταν Τετάρτη. Μόλις είχα τελειώσει τον «Πρωινό μου Καφέ» και ήμουν στο γραφείο όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Μία πολύ ευγενική κυρία, με χαμηλή φωνή, ζήτησε να μιλήσει μαζί μου. Της συστήθηκα και μου είπε πως είχε να μου ζητήσει μία τεράστια χάρη. Ο γιος της, ο Χαραλάμπης, ετών 14, νοσηλευόταν στο νοσοκομείο «Παίδων,» με καρκίνο, εδώ και επτά χρόνια. Δεν ήταν σε πολύ καλή κατάσταση, και είχε εκφράσει την επιθυμία να γνωριστούμε από κοντά. Η μητέρα του, με ρώτησε αν αυτό θα ήταν δυνατόν. Δεν το σκέφτηκε λεπτό. Το ίδιο κιόλας απόγευμα πήγα να επισκεφθώ τον Χαραλάμπη. Πιάστηκε η ψυχή μου. Με το που πέρασα το κατώφλι του 2ου ορόφου του νοσοκομείου «Παίδων» , έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Αμέτρητα δωμάτια γεμάτα κρεβάτια και πάνω σε αυτά ξαπλωμένα και διασωληνωμένα μικρά παιδιά. Από εννέα μηνών μέχρι την εφηβεία. Με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα περισσότερα χρόνια, και ανίατα. Δίπλα τους , οι γονείς. Βασανισμένοι, προσπαθώντας να δώσουν κουράγιο στα παιδιά τους, λίγη χαρά και χαμόγελο. Και εκείνα, αγέρωχα να δίνουν εκτός από τη μάχη τους και το δικό τους μήνυμα ζωής. Βρήκα το δωμάτιο του Χαραλάμπη.Και εκείνον ξαπλωμένο στο κρεβάτι. Εξουθενωμένο, κουρασμένο… Από τη μέρα που γεννήθηκε ζούσε στα νοσοκομεία. Ένα πρόβλημα στα νεφρά στην αρχή, καρκίνος προς το τέλος. Πέρασα κάποιες μέρες με τον Χαραλάμπη και την οικογένεια του. Παίξαμε επιτραπέζια, κουβεντιάσαμε, ήρθα κοντά με τη μητέρα του. Μία μητέρα που για 14 ολόκληρα χρόνια έβλεπε το παιδί της να λιώνει. Και όμως, αυτή η οικογένεια, όπως και όλες οι άλλες στο «Παίδων», είχαν βρει τρόπο να σηκώνουν τον δικό τους Σταυρό…

Ο Χαραλάμπης πέθανε λίγες μέρες μετά. Η γνωριμία μας, ήταν αρκετή για να αναθεωρήσω. ‘Η αν όχι να αναθεωρήσω, έστω για να θεωρήσω.

Έχασα την πίστη μου. Ποιός θεός, ποιάς θρησκείας, δέχεται να έχει καθηλωμένα σε κρεβάτια βρέφη μηνών και παιδιά που φεύγουν στα 9,και στα 15;

Ποιος Θεός και για ποιο λόγο να θέλει να υποβάλει σε αυτή τη «δοκιμασία», σε αυτή την «αποστολή» ή όπως αλλιώς το βαφτίσει, έναν άνθρωπο και την οικογένεια του;

Γιατί να συμβαίνει ο καρκίνος σε ένα νεογέννητο;»

«Και κάπως έτσι γεννήθηκαν μέσα μου για πρώτη φορά , ερωτήματα που όλοι έχουμε στα οποία όμως ποτέ δεν δώσαμε  σημασία. Πώς ήρθε ο άνθρωπος στον κόσμο; Από που; Από ποιόν;  Υπάρχει μοίρα; Έχουμε λόγο σε αυτήν; Γιατί μία μάνα να χάσει το παιδί της; Γιατί έναν παιδί να γεννηθεί άρρωστο;»

Όπως περιγράφει η οικογένειά της ήταν βαθιά θρησκευόμενη, το ίδιο και εκείνη. Από νεαρή ηλικία όμως, ήθελε απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης που δεν έβρισκε στη θρησκεία.

«Η πρώτη μου απορία γύρω από τη θρησκεία γεννήθηκε όταν πήγαινα Τετάρτη δημοτικού. Η θεία μου η Φανή κάθε Χριστούγεννα μου έκανε δώρο τη Βίβλο. Και εγώ τη διάβαζα. Έλεγε λοιπόν η Βίβλος, ότι ο Αδάμ και η Εύα, απέκτησαν δύο γιους. Αυτού οι δύο γιοι αργότερα απέκτησαν άλλους δύο γιούς. Και εγώ αναρωτήθηκα, με ποια γυναίκα οι δύο γιοι του Αδάμ και της Εύας απέκτησαν παιδιά; Με τη μητέρα τους; Ρώτησα τη δασκάλα. Και εκείνη, απλά κάλεσε τη μαμά μου στο σχολείο. Απάντηση πάντως δεν μου έδωσε. Ούτε η δασκάλα, ούτε και κανείς. Ξεκίνησα να διαβάζω. Αμέτρητα βιβλία. Για όλες της Θρησκείες. Διάβασα και φιλοσόφους, οι περισσότεροι αν όχι όλοι από αυτούς, Έλληνες και ξένοι, ήταν άθεοι.

Συζήτησα. Με πνευματικούς, με φίλους, με όλους. Με τον εαυτό μου. Και ακόμα δεν έχω καταλήξει. Ξέρω πως η καλύτερη θρησκεία είναι η ανεξιθρησκεία.»

Παρόλα αυτά, η Ελεονώρα Μελέτη καταλήγει: «Τάματα δεν κάνω πια. Εικόνες σπίτι μου δεν έχω. Εκκλησία δεν πάω παρά μόνο αν πρέπει να παραστώ σε γάμο ή βάφτιση. Το «Πιστεύω» δεν το έμαθα ποτέ απ΄έξω. Έχω πίστη όμως. Αυτό δεν το έχω χάσει. Απλά το ερμηνεύω και το διοχετεύω αλλιώς. Πιστεύω στο σύμπαν. Πιστεύω στην ενέργεια. Αυτή που μας δίνει το σύμπαν, η φύση, το φως. Πιστεύω στην απεριόριστη δύναμη του ανθρώπου. Της ψυχής. Του μυαλού . Της καρδιάς. Πιστεύω πως η δύναμη μας , η εσωτερική μας δύναμη, είναι Θεός. Πιστεύω στον άνθρωπο.»