Μετά την καταπληκτική επιτυχία της ΠΑΠΛΩΜΑΤΟΥΣ την περσινή χρονιά που την παρακολούθησαν 35.000 μικροί και μεγάλοι λόγω της μεγάλης ζήτησης, επιστρέφει για λίγες μόνο παραστάσεις και την φετινή χρονιά στο Νέο θέατρο Βασιλάκου. Το δημοφιλέστατο έργο «Η Παπλωματού» είναι ένα μιούζικαλ εμπνευσμένο από το βραβευμένο παραμύθι των Τζεφ Μπραμπώ και Γκέηλ Μάρκεν, σε διασκευή και σκηνοθεσία της Μαριάννας Τόλη.
Η ιστορία, που διδασκόταν στα σχολεία για πολλά χρόνια, υπήρξε αγαπημένη παιδιών και μεγάλων! Το Θέμα του έργου είναι η καλοσύνη και η γενναιοδωρία, ενώ μέσα από τις συναρπαστικές εικόνες του μιούζικαλ, δείχνει τον τρόπο που η ανιδιοτελής προσφορά, μπορεί να οδηγήσει στην ευτυχία, Οι πλούσιοι ηθελημένα γίνονται φτωχοί και βιώνουν τη χαρά της αλληλεγγύης. Πρόκειται για την υπέροχη ιστορία της γενναιόδωρης παπλωματούς με τα μαγικά δάχτυλα, που φτιάχνει τα πιο όμορφα παπλώματα τον κόσμου και τα χαρίζει στους φτωχούς, Για τον άπληστο βασιλιά, που μέσα στο, παλάτι του, έχει μαζεμένους όλους τούς θησαυρούς τον κόσμου και ψάχνει να βρει εκείνον, που θα του χαρίσει έστω ένα χαμόγελο θα φτιάξει η παπλωματoύ ένα πάπλωμα για τον βασιλιά; Κι ο βασιλιάς θα μάθει τι σημαίνει να προσφέρεις; Μπορεί η παπλωματoύ να διδάξει στον βασιλιά την τέχνη της ευτυχίας; Κι αυτός τελικά τι Θα τους κάνει όλους αυτούς τους θησαυρούς πού έχει μαζεμένους;
Τα μαγικά σκηνικά, η υπέροχη μουσική και οι ονειρικές εικόνες, με χορό, χιούμορ και ευαισθησία θα αγγίξουν τις καρδιές μικρών και μεγάλων, υμνώντας την ανθρωπιά που τόσο λείπει από τις μέρες μας. Οι 12 καλλιτέχνες που συμμετέχουν, είναι σπουδαίοι επαγγελματίες ηθοποιοί, τραγουδιστές και χορευτές, ειδικευμένοι στο μιούζικαλ. Στο ρόλο της μικρής παπλωματούς θα ερμηνεύσει η Αντιγόνη Ψυχράμη και το ρόλο της Στο ρόλο τον άπληστου και αστείου βασιλιά ο Σωκράτης Μαϊδώνης και στο ρόλο της μοδίστρας η Άννα Φιλιππάκη.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η ξακουστή παπλωματού, -έχει γράψει η συγγραφέας Ελένη Σαραντίτη-, ήταν ξακουστή σ’ Ανατολή και Δύση για τα πανέμορφα, σαν αχειροποίητα παπλώματα που έφτιαχνε, τα οποία είχαν πάνω τους χρώματα θεσπέσια, «Τα γαλάζια λες και ερχόντουσαν κατευθείαν από τα βάθη των ωκεανών, τα λευκά από τα απάτητα χιόνια του παγωμένου βορρά, τα πράσινα και τα πορφυρά από τα πιο σπάνια αγριολούλουδα, τα κόκκινα, τα πορτοκαλιά και τα ροζ από τα εξαίσια ηλιοβασιλέματα». Πολλοί πίστευαν πως εκείνα τα παπλώματα έπεφταν στα χέρια της απ’ τα φτερά των αγγέλων και ότι χρησιμοποιούσε υλικά που της προμήθευαν νεράιδες. Τις χειμωνιάτικες νύχτες με τα μεγάλα κρύα, η παπλωματού τριγυρνούσε στις γειτονιές της πόλης κι όποιον έβλεπε να κοιμάται στους δρόμους, ανέστιο και καταπαγωμένο, τον πλησίαζε και τον σκέπαζε με ένα από τα αγγελικά παπλώματά της. Έτσι είχαν τα πράγματα χρόνια και χρόνια… Ήρθε όμως ο καιρός που ο βασιλιάς στη γειτονική πόλη έγινε ένας άντρας σκληρόκαρδος και πλεονέκτης. Αυτός σώριαζε στο παλάτι θησαυρούς και αντικείμενα πολύτιμα και δώρα μεγάλης αξίας, τα οποία του,,, προσφέρονταν από τους υπηκόους του εξαναγκαστικώς. Και καθώς η απληστία με τον καιρό περισσεύει, περίσσευαν και τα πλούτη του. Και πλέον δεν υπήρχε τίποτα που να μην το αποκτήσει.
Τίποτα; Λάθος. Διότι δεν είχε μήτε ένα από τα υπέροχα εκείνα παπλώματα της κυρούλας που όλος ο κόσμος θαύμαζέ. Επίσης δεν είχε μέσα ταυ χαρά. Ήταν ένας βασιλιάς βαριόκαρδος κι αγέλαστος. Και τι να κάνει, τι άλλα μπορούσε να κάνει για να ευθυμήσει; Έβαλε με το νου πως αν αποκτούσε ένα πάπλωμα φτιαγμένο από τη χρυσοχέρα παπλωματού ίσως και να χαμογελούσε μια σταλιά. Μα η παπλωματού τ’ αρνήθηκε. Αρνήθηκε και όταν έστειλε το στρατό του να την τιμωρήσει. Αρνήθηκε κι όταν την εξόρισε, ακόμη και όταν την αλυσόδεσε. «Χάρισε πρώτα όσα έχεις μαζέψει μέχρι τώρα, και μετά εγώ θα φτιάξω ένα πάπλωμα για χάρη σου…» Κι εκείνος: “Εγώ δεν συνηθίζω να χαρίζω πράγματα αλλά να παίρνω», είπε. Τελικώς το απόκτησε το ποθητό πάπλωμα ο βασιλιάς, που τώρα δεν ήταν φιλάργυρος και φίλαυτος παρά είχε γίνει δίκαιος, γενναιόδωρος και καλόκαρδος, γεμάτος αγάπη για τους πολίτες του και, προπαντός, φτωχός όσο κι ένα στρουθί.
Είχε μοιράσει τα πάντα σε γέρους και παιδιά, σε νέες και ανήμπορους, σε ανθρώπους της ανάγκης και της στέρησης. Όσο τα μοίραζε, όσο απογυμνωνόταν από τους θησαυρούς του, το πρόσωπό του φωτιζόταν κι έλαμπε το χαμόγελο στα χείλη του. «Μα δεν είμαι φτωχός!» είπε μια μέρα στην παπλωματού «Μπορεί έτσι να δείχνουν τα ρούχα μου, αλλά η καρδιά μου είναι γεμάτη με τις πολύτιμες αναμνήσεις από τη χαρά που πρόσφερα στους άλλους. Ευτυχία έδινα και ευτυχία έχω πάρει. Νομίζω πως τώρα πια είμαι ο πιο πλούσιος άνθρωπος πάνω στη γη». Ένα μάθημα ζωής για μικρούς και μεγάλους.